γράφει ο Γιάννης Μάρκοβιτς*
Τι είναι αυτό που δεν καταλαβαίνεις; Απορείς για την προσφυγιά; Για όλους αυτούς που στοιβάζονται σε σαπιοκάραβα με την ελπίδα να πιάσουν μια φιλόξενη γη; Μια γη, μια ξένη γη, αρκεί να μπορέσουν να ζήσουν; Παραξενεύεσαι γι’ αυτούς που φεύγουν ώστε να μη βρεθούν με κομμένο το κεφάλι; Για όλα εκείνα τα παιδιά που αναζητούν ένα αλλιώτικο μέλλον; Που τους ρίχνουν στα κύματα γιατί δεν θέλουν μάρτυρες για τα εγκλήματά τους; Τι λες για τους άλλους, τα κτήνη με το ανθρώπινο προσωπείο που μετράνε την αξιοπρέπεια σε δολάρια και ευρώ; Τι σε όλα αυτά σου φαίνεται ανεξήγητο; Μήπως ότι εκείνοι που τους έδιναν όπλα για να διώξουν το κακό, τώρα είναι οι φορείς του; Και ότι οι κακοί αλλάζουν φορεσιά ανάλογα με τα συμφέροντα;
Πόσο δύσκολο είναι να πατήσεις το κουμπί και να τους αφαιρέσεις το λουδοβίκειο δικαίωμα στη μοναδική αλήθεια; Ποιοί είναι αυτοί που ξέρουν πιο πολλά από σένα; Ποιός τους έχρισε διαμορφωτές της κοινής γνώμης; Να σου λένε τι είναι το σωστό και τι είναι το λάθος; Να σου πετάνε κατάμουτρα τα βδελυρά τους ψέματα και να σε κοιτάνε ωσάν να κρατούν την απόλυτη αλήθεια; Τι σου είναι δύσκολο να ερμηνεύσεις; Μήπως ότι τα δικά τους συμφέροντα δεν είναι και δικά σου; Ότι δεν σε ρωτάνε ποτέ τους και για οτιδήποτε; Πόσο πολύ πρέπει να παλέψεις για να σηκώσεις το κεφάλι ψηλά; Κι όμως, χρειάζεται λιγότερο απ’ όσο σου λένε. Δεν είναι τόσο δύσκολο όσο σου το παρουσιάζουν. Η εξουσία τους είναι πλασματική. Είναι χτισμένη από πηλό. Το ξέρουν καλά αυτό. Αυτό που ελπίζουν ότι δεν το έχεις αντιληφτεί εσύ. Εκμεταλλεύονται την πρόσβαση στην πληροφόρηση και τη δική σου αδυναμία.
Τι σου είναι ανεξήγητο; Ότι το σπίτι που χρωστάς στην τράπεζα και της ανήκει μέχρι να πεθάνεις σου το εμφανίζουν σαν την ατομική σου ιδιοκτησία; Στην τράπεζα ανήκει, σε χρηματιστηριακά κοράκια. Εσύ όμως θα πληρώνεις τους φόρους και τα χαράτσια. Σε έχουν κάνει να είσαι ο ιδιοκτήτης του τίποτα. Για δε τα σκουπίδια που προσπαθούν να σε πείσουν να καταναλώνεις, τι λες; Τι πιστεύεις; Θεωρείς ότι τα χρειάζεσαι όλα αυτά; Εσύ όχι. Δεν τα χρειάζεσαι. Αυτοί όμως ναι. Αυτοί σε χρειάζονται για να πλουτίζουν και να τρώνε πάνω στο ζαρωμένο και ταλαιπωρημένο κορμί σου.
Τι είναι αυτό που πρέπει να το μεταφράσεις στη γλώσσα σου; Μήπως την εικονική Ευρώπη που σου σερβίρουν; Την πλασματική αλληλεγγύη; Τα ψηλά τείχη και τα κράτη-φρούρια που τα πουλάνε ως Ευρώπη των λαών; Ποιά Ευρώπη, με ποιά τεχνολογία, τι είδους επιστήμη και ποιός πολιτισμός; Αυτών που επιδιώκουν τον έλεγχο του μυαλού και των θέλω σου; Αυτά σε ποιά γλώσσα πρέπει να σου τα λένε για να τα εμπεδώσεις;
Ένα και μόνο πράγμα να γνωρίζεις. Αυτοί ξέρουν τι κάνουν. Ξέρουν τι θέλουν. Εσύ όμως; Εσύ τι ξέρεις; Εσύ που ζεις με τα χρέη που φορτώνεσαι και με τις ψευδαισθήσεις που θρέφεις. Τι νομίζεις ότι κάνεις; Φαντασιώνεσαι μεγαλεία; Προσπαθείς να τους φτάσεις; Θέλεις να γίνεις σαν κι αυτούς; Αυτοί όμως δεν είναι ανώτεροι σου. Εσύ τους έχεις τοποθετήσει από πάνω σου. Σε έπεισαν και τους αποδέχτηκες. Να ακολουθείς και να υπομένεις. Να βρίζεις για τη μοίρα σου και να συζητάς χαμηλόφωνα. Να πιστεύεις και να πείθεσαι. Να κάνεις όνειρα και να ζεις εφιάλτες.
Όμως για πόσο ακόμα; Τώρα αναλογίσου, τι δεν καταλαβαίνεις.
* Ο Γιάννης Μάρκοβιτς κατέχει διδακτορικό δίπλωμα στο μάνατζμεντ (Aston Business School, Βρετανία) και είναι οικονομικός επιθεωρητής στο Υπουργείο Οικονομικών.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου