γράφει η Κυριακή Μπεϊόγλου
«Φεύγω», μου λέει, «το πήρα
απόφαση». Φεύγει για τη μακρινή Σουηδία. Τα μέτρησε από δω, τα ζύγισε από κει
και κατέληξε πως δεν βλέπει φως εδώ.
Τον καταλαβαίνω. Μέχρι τα τριάντα
σπούδαζε κι όταν τέλειωσε δεν βρήκε μια δουλειά ανάλογη των προσόντων του, αλλά
κυρίως των επιθυμιών του. Εγιναν έτσι τα πράγματα πια, είμαστε πολίτες ενός
κόσμου δίχως μια εμφανή γραμμή τερματισμού. Τα θέλγητρα του «έξω κόσμου» μας
βάζουν σε «πειρασμό», μας γοητεύουν. Ο μεγαλύτερος πειρασμός είναι η ελπίδα ότι
θα «θεραπευτεί» η φτώχεια μας αν μετοικήσουμε σε μια άλλη χώρα.
Είναι αλήθεια αυτό; Διαβάζω κάτι
που έγραψε ο ωραίος συγγραφέας Jeremy Seabrook: «Η φτώχεια δεν μπορεί να
“θεραπευτεί”, διότι δεν αποτελεί σύμπτωμα της ασθένειας του καπιταλισμού.
Αντιθέτως, αποτελεί απόδειξη της ρωμαλέα καλής υγείας του κινήτρου του για
ακόμη μεγαλύτερη συσσώρευση και προσπάθεια. Ακόμη και οι πλουσιότεροι του
κόσμου παραπονιούνται κυρίως για όλα εκείνα τα πράγματα που πρέπει να
προσπεράσουν. Ακόμη και οι πιο προνομιούχοι είναι υποχρεωμένοι να νιώθουν τη
λαχτάρα για την απόκτηση πραγμάτων».
«Δεν είναι τόσο αυτό…», μου λέει
ο φίλος μου, «νιώθω πως εδώ βαλτώνω, ενώ άλλοι φίλοι και συμφοιτητές είναι επί
ποδός…».
Δεν έχει κι άδικο. Σήμερα η
απόσταση από τον γενέθλιο τόπο σου δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερη σημασία αφού
το ίντερνετ μας δίνει την επίφαση μιας εγγύτητας. Οπου κι αν βρεθούμε, έχουμε
επίγνωση (;), επιθυμία (;), ανάγκη (;), ότι θα μπορούσαμε να είμαστε κάπου
αλλού. Ακόμα και στις πολύ διαπροσωπικές σχέσεις. Ολοι ψάχνουν αυτό το «κάπου
καλύτερα».
Το ευφυές συμπέρασμα του Πασκάλ
αποδείχτηκε μια προφητεία που εκπληρώνεται: «Ζούμε πραγματικά στο εσωτερικό
ενός παράδοξου κύκλου, το κέντρο του οποίου βρίσκεται παντού και η περιφέρειά
του πουθενά».
Θα μπορούσε να ισχύει και το
αντίθετο. Αλλά το συμπέρασμα παραμένει το ίδιο. Μεταβαλλόμαστε σε νομάδες. Και
σε μια άλλη διάσταση, τρέχουμε συνεχώς, είτε σε σταθμούς και αεροδρόμια είτε
αλλάζοντας κανάλια στις συνδρομητικές τηλεοράσεις. Και αυτό σε πολλούς
σύγχρονους κατοίκους του πλανήτη δίνει μια πρωτόγνωρη αίσθηση και έξαψη.
Το βλέπω καθημερινά στα σόσιαλ
μίντια, εξελισσόμαστε σε ένα νέο είδος ανθρώπου: τον συλλέκτη των αισθήσεων.
Συχνά παραισθήσεων. Σε μια μόνιμη διέγερση, άγρυπνοι, εκτεθειμένοι σε νέες
προκλήσεις. Αυτό βέβαια στους περισσότερους προκαλεί και μια συνεχή κατάσταση
καχυποψίας ή ακόμα και μια σταθερή δυσφορία. Και αυτό γιατί κάθε θέλγητρο,
πειρασμός, δόλωμα είναι κάτι νέο που φαντάζει πιο ενδιαφέρον από το
προηγούμενο.
Είναι; Εχω την εντύπωση πως
κανείς δεν θέλει να ξέρει. Αυτή η ζωή πάει μόνο μπροστά, δεν γυρνάει ποτέ πίσω
να σκεφτεί. Δεν προλαβαίνει. Κι έτσι, μόνοι και χωρισμένοι κινούμαστε. Σαν τον
φίλο που φεύγει για τη Σουηδία.
Είμαστε πλέον ριγμένοι σε έναν
απέραντο ωκεανό νέων αισθήσεων, χωρίς χάρτες ναυσιπλοΐας.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου