Γράφει η Κυριακή Μπεϊόγλου
Υποτίθεται πως εμείς οι άνθρωποι
υπάρχουμε σ' έναν κόσμο που διαρκώς τον αναδημιουργούμε και τον μεταβάλλουμε.
Κυρίως μέσα από συνεχή διάλογο. Χωρίς διάλογο δεν υπάρχει επικοινωνία και χωρίς
επικοινωνία δεν υπάρχει εξέλιξη. Παρακολουθώ συζητήσεις τελευταία για κρίσιμα
ζητήματα και έχω την εντύπωση πως όλο και περισσότερο ρέπουν οι ομιλητές προς
τον ναρκισσισμό με μονολόγους κομμένους και ραμμένους στα μέτρα τους. Και
αναρωτιέμαι, μπορεί να υπάρξει πραγματικός διάλογος αν δεν περιέχει έναν
στοχασμό που αντιλαμβάνεται μια αδιαίρετη αλληλεγγύη ανάμεσα στον κόσμο και
τους ανθρώπους; Και φυσικά δεν δέχεται κανέναν διχασμό μεταξύ τους; Τι νόημα
έχουν οι ατέλειωτοι μονόλογοι; «Μυρίζουν» μια απελπισία και καλλιεργούν ένα
κλίμα απελπισίας στις μεγάλες αίθουσες και στα μικρά καφέ.
Εξαιρετικά καίριος ο Πάουλο
Φρέιρε στην «Αγωγή του καταπιεζόμενου»: «ο διάλογος, θεμελιωμένος στην αγάπη,
στην ταπεινοφροσύνη και στην πίστη, γίνεται μια οριζόντια σχέση που έχει λογική
συνέπεια την αμοιβαία εμπιστοσύνη ανάμεσα στους διαλεγόμενους. Θα ήταν ένα
σχήμα οξύμωρο αν ο διάλογος -στηριγμένος στην αγάπη, στην ταπεινοφροσύνη και
στην πίστη- δεν δημιουργούσε ένα κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης που οδηγεί τους
συνδιαλεγόμενους σε ολοένα στενότερη συμμετοχή στην ονομάτιση του κόσμου». Και
συμπληρώνει αργότερα πως η ψεύτικη αγάπη, η υποκριτική ταπεινοφροσύνη και η
αναιμική πίστη στον άνθρωπο δεν μπορούν να δημιουργήσουν εμπιστοσύνη ανάμεσα
στους συνομιλητές. «Το να κάνεις “διαλέξεις” περί ανθρωπισμού και να αρνείσαι
τον άνθρωπο είναι υποκρισία».
Τα ιστορικά θέματα δεν είναι ποτέ
απομονωμένα, ανεξάρτητα ή στατικά, αλλά πάντοτε βρίσκονται σε μια διαλεκτική
αλληλεπίδραση με το παρόν. Βλέπω στις τελευταίες εξελίξεις στα εθνικά θέματα,
καθώς οξύνθηκε η αντιπαράθεση στην κοινωνία, πως υπάρχει έντονη η τάση να μυθοποιούνται
πρόσωπα και καταστάσεις και να οδηγούμαστε συχνά σε ένα κλίμα
ανορθολογικότητας. Αυτό ακριβώς το κλίμα, των ατέλειωτων πύρινων μονολόγων,
απειλεί να αδειάσει τα θέματα αυτά από τη βαθύτερη σημασία τους και να τα
αποστερήσει από τη δυναμική τους πλευρά που θα βοηθήσει στην εξέλιξή μας ως
κοινωνίας.
Καταλαβαίνουμε οι περισσότεροι
πως δεν γίνεται κουβέντα. Αλλά οι επιδιώξεις, τα κίνητρα και οι στόχοι
πολιτικών δυνάμεων που δεν θέλουν τη λύση του Μακεδονικού προκαλούν οριακές
καταστάσεις σε ομάδες ανθρώπων που έχουν στενότερη επαφή με τους «γείτονές»
μας. Ο διάλογος εκεί έχει εξαφανιστεί. Τι κατάφεραν λοιπόν οι σύγχρονοι
ρήτορες; Να αντιλαμβάνονται οι κάτοικοι τον γεωγραφικό χώρο όπου ζουν μέσα από
δεσμά-εμπόδια για μια κανονικότητα στην καθημερινότητά τους και εντέλει να
αναστέλλουν την εξέλιξη των σχέσεών τους με τον κόσμο γύρω τους. Ελπίζω να μην
είναι πια πολύ αργά για να θυμηθούμε, σε δημόσιους και ιδιωτικούς διάλογους,
εκείνη την ωραία ατάκα από τη σπουδαία ταινία του Γκοντάρ «Με κομμένη την ανάσα»:
«Οταν μιλούσαμε, εγώ μιλούσα για μένα, εσύ μιλούσες για σένα, ενώ θα έπρεπε να
μιλάμε για εμάς».
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου