γράφει η Νικόλ Λειβαδάρη
Η έκθεση Πισσαρίδη υπόσχεται
λιγότερους φόρους, καλύτερες δουλειές, και ουσιαστική σύγκλιση του ελληνικού με
το μέσο ευρωπαϊκό εισόδημα.
Υπόσχεται επίσης έκρηξη
επενδύσεων, αλλαγή παραγωγικού μοντέλου, και μια εξαγωγική οικονομία-τούρμπο
που θα αναπτύσσεται με ρυθμούς 3,5% ετησίως έως το έτος 2030. Ομνύει στον
εκσυγχρονισμό, υπερχειλίζει από μεταρρυθμιστικό οίστρο, και – κατά τον
πρωθυπουργό – «οραματίζεται, μια Ελλάδα που παράγει, εξάγει, καινοτομεί,
δημιουργεί πολλές καλά αμειβόμενες δουλειές».
Είναι ένα κράμα έκθεσης ιδεών,
παλαιών και νέων τσιτάτων – «διεύρυνση φορολογικής βάσης», «πράσινη ανάπτυξη»
κ.λ.π. -, και θολού νεοφιλελευθερισμού που φλερτάρει με μνημονιακές παγίδες.
Στο μακροοικονομικό και
στρατηγικό της σκέλος πάσχει σε τεκμηρίωση: Βλέπει ετήσια αύξηση του
πραγματικού ΑΕΠ κατά 3,5% για την επόμενη δεκαετία, μέσω ετήσιας αύξησης της
απασχόλησης κατά 1% και της παραγωγικότητας κατά 2,5%. Πώς θα επιτευχθεί το
3,5% , όταν ΔΝΤ και Κομισιόν προβλέπουν ανάπτυξη περί το 1% από το 2022 έως το
2025, δεν το εξηγεί.
Όπως δεν εξηγεί και από πού θα
έρθει η εκτίναξη της παραγωγικότητας με ετήσια αύξηση της απασχόλησης μόλις
κατά 1% - εκτός, εάν υπονοεί απλήρωτη υπερεργασία.
Ανεξήγητη παραμένει και η
πρόβλεψη για εξαγωγική έκρηξη – αύξηση των εξαγωγών κατά 90% έως το 2030, σε
μια οικονομία που, επί του παρόντος τουλάχιστον, στηρίζεται στις υπηρεσίες και
την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.
Στο φορολογικό όραμα της έκθεσης,
ο παράδεισος των μειωμένων φόρων μπορεί να εμπεριέχει σοβαρές παγίδες για όσους
δεν βρίσκονται στην εισοδηματική ελίτ:
Υπόσχεται μείωση του βάρους στην
μισθωτή εργασία – το υπόσχεται όμως μέσα
από «σταθερό ποσό εισφορών υγείας» και «ενσωμάτωση εισοδημάτων σε ενιαία
κλίμακα φορολόγησης ανεξάρτητα από την πηγή».
Δηλαδή, οι εισφορές υγείας θα
είναι ίδιες για όσους έχουν εισόδημα είτε 10.000 είτε 100.000 ευρώ, και ο
φορολογικός συντελεστής θα είναι επίσης ίδιος για τον μισθωτό και για εκείνον
που έχει εισοδήματα από ενοίκια, μερίσματα ή άλλες υψηλού κεφαλαίου και
απόδοσης δραστηριότητες.
Στο μεταρρυθμιστικό σκέλος της
έκθεσης, ανοίγει ακόμη πιο μεγάλη συζήτηση.
Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται ο
πολυσυζητημένος – και αμετάκλητος πια – ιδιωτικός πυλώνας στην κοινωνική
ασφάλιση.
Εκεί, η «ενίσχυση της αναλογικότητας του δημόσιου
διανεμητικού πρώτου πυλώνα κοινωνικής ασφάλισης» σημαίνει, πολύ απλά, ότι οι
χαμηλόμισθοι που δεν αντέχουν να πληρώσουν και ιδιωτικό επικουρικό ταμείο, καταδικάζονται
σε σύνταξη πείνας, αφού αίρεται ο αναδιανεμητικός χαρακτήρας του συστήματος.
Σε δεύτερο πλάνο όμως, προκύπτουν
ζητήματα και ερωτήματα και σε ό,τι αφορά στην δημόσια Υγεία και δημόσια
Παιδεία:
Στην Υγεία, εν μέσω πανδημίας, η
επιτροπή εισηγείται «μεγαλύτερη αυτονομία δημόσιων νοσοκομείων και εφαρμογή
συστήματος παρακολούθησης κόστους και αξιολόγησης», όπως και «διασύνδεση των
επιστροφών και εκπτώσεων που επιβάλλονται με χαρακτηριστικά καινοτομίας,
έρευνας και επενδύσεων». Το προφανές ερώτημα είναι πως και από ποιον θα
χρηματοδοτείται η «αυτονομία», η «καινοτομία» και οι «επενδύσεις» και εάν αυτό
οδηγεί σε αναγκαστική είσοδο των ιδιωτών επιχειρηματιών της Υγείας στο ΕΣΥ.
Στην Παιδεία προβλέπεται επίσης
«αύξηση του μέσου μεγέθους των σχολικών μονάδων, με ουσιαστική αυτονομία
συμπεριλαμβανομένων και των προσλήψεων, και αξιολόγησή τους», καθώς «και
ουσιαστική διασύνδεση των πανεπιστημίων με αντίστοιχα της αλλοδαπής, με την
οικονομία και με την ευρύτερη κοινωνία». Η αύρα της ιδιωτικοποίησης είναι και
εδώ κάτι περισσότερο από αισθητή.
Οι μεταρρυθμιστικές τομές της
έκθεσης επεκτείνονται στην απασχόληση με την – ήδη γνωστή εκ του προσχεδίου
Πισσαρίδη – καλυμμένη πρόταση για μείωση, εάν όχι και κατάργηση, των επιδομάτων
ανεργίας μέσα από την «αναδιάρθρωση του ΟΑΕΔ» και την «στροφή σε ενεργητικές
μορφές απασχόληση» - κοινώς, στην επιδότηση όχι της ανεργίας αλλά των,
αμφιβόλου ποιότητας και στόχευσης, προγραμμάτων κατάρτισης.
Η τελευταία βολή έρχεται με την
αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, μέσα από προγράμματα ενίσχυσης μικρομεσαίων
επιχειρήσεων με χρηματοδότηση «κυρίως επενδύσεων που αφορούν την ψηφιακή
αναβάθμιση, καινοτομία ή εξωστρέφεια». Για τις λοιπές μικρομεσαίες επιχειρήσεις
– της γνωστής μεσαίας τάξης –ρευστότητα δεν προβλέπεται. Προφανώς, εντάσσονται
ήδη σιωπηρά στην επίσης γνωστή κατηγορία των επιχειρήσεων-ζόμπι, για τις όπως
έχει πει σε ανύποπτο χρόνο και ο υφυπουργός Οικονομικών Γιώργος Ζαββός δεν
προβλέπεται ούτε χρηματοδότηση, ούτε επιβίωση…
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου