γράφει ο Γιώργος Καρελιάς
Μετά την εκλογή και τις πρώτες
κινήσεις του Νίκου Ανδρουλάκη, ένα ερώτημα με δύο σκέλη (θα)πλανάται στον
πολιτικό ορίζοντα: πώς θα κινηθούν στο άμεσο μέλλον ο Αλέξης Τσίπρας και νέος
αρχηγός του ΚΙΝΑΛ και πώς (δεν) θα χαίρεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Πριν δώσουμε τις απαντήσεις, ας
δούμε μερικά αυτονόητα:
Πρώτον, ΣΥΡΙΖΑ και Κίνημα Αλλαγής
(ή όπως αλλιώς θα λέγεται) είναι κόμματα της αντιπολίτευσης. Και η
αντιπολίτευση μια βασική δουλειά έχει να κάνει: να μην αφήνει σε χλωρό κλαρί
την κυβέρνηση, επισημαίνοντας τα στραβά της κυβερνητικής πολιτικής. Φυσικά, πρέπει
να λέει και τι θα έκανε εκείνη αν κυβερνούσε, αλλά προέχει η κριτική των
κυβερνητικών πεπραγμένων.
Δεύτερον, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ,
Τσίπρας και Ανδρουλάκης, κάλλιστα μπορούν να ανταγωνίζονται σ’ αυτό το πεδίο.
Αλλωστε, ο ανταγωνισμός είναι θεμιτός στην πολιτική, πόσο μάλλον όταν
διεκδικούν κοινά κομμάτια (δυνητικών) ψηφοφόρων. Αυτό που δεν είναι θεμιτό
είναι ο ανταγωνισμός αυτός να καταντήσει ξεκατίνιασμα, διότι τότε θα τρίβει τα
χέρια του ο Μητσοτάκης.
Τρίτον, αν ισχύουν τα
προηγούμενα, αυτά τα δύο κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν κάθε λόγο να
συντονίσουν τον αντιπολιτευτικό βηματισμό τους, αντί να εφευρίσκουν και να
προβάλλουν κάθε φορά όσα τους χωρίζουν. Για παράδειγμα, στη συζήτηση του
Προϋπολογισμού τα δύο κόμματα συνέπεσαν σε πολλά: ο καλπασμός της ακρίβειας, τα
μειωμένα κονδύλια για την υγεία, η μη επαρκής στήριξη του ΕΣΥ κ.α
Από την άλλη, ποιον σκοπό
εξυπηρετεί, για παράδειγμα, το ερώτημα του Δ. Παπαδημούλη(ΣΥΡΙΖΑ) «να μας πει ο
Ανδρουλάκης τι σκοπεύει να κάνει με τα χρέη του ΠΑΣΟΚ;». H ερώτηση έχει τεθεί
πολλάκις(και προς τη ΝΔ, που έχει αντίστοιχο ποσό χρέους). Και η απάντηση είναι
ίδια: «Τα έχουμε ρυθμίσει και πληρώνουμε με δόσεις». Επί της ουσίας, όλοι
γνωρίζουν ότι αυτά τα χρέη δεν θα πληρωθούν όλα ποτέ. Το γνωρίζει και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η άλλη λύση θα ήταν να χρεοκοπήσουν και να διαλυθούν αυτά τα δύο κόμματα.
Επειδή, όμως, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ το προτείνει αυτό, καλό θα ήταν να βρεθεί
συναινετικά μια ρεαλιστική λύση, ώστε να λήξει το θέμα. Διαφορετικά, ο ΣΥΡΙΖΑ
θα θέτει και θα ξαναθέτει το ίδιο ερώτημα. Σε δουλειά να βρισκόμαστε. Από την
άλλη πλευρά θα τίθενται διαρκώς ερωτήματα του τύπου «με ποιον είναι ο ΣΥΡΙΖΑ
στο θέμα του κορονοϊού, με τον Ξανθό ή με τον Πολάκη;». ‘Η το διαχρονικό «πώς
μιλάτε για δημοκρατική παράταξη εσείς που συγκυβερνήσατε με τον Καμένο;». Και
πάει λέγοντας.
Τούτων λεχθέντων, Τσίπρας και
Ανδρουλάκης έχουν δύο δρόμους να ακολουθήσουν. Ο πρώτος οδηγεί στον (θεμιτό)
αντιπολιτευτικό ανταγωνισμό τους, με στόχο(εξίσου θεμιτό) την κυβερνητική
φθορά. Ετσι κάνουν παντού τα αντιπολιτευόμενα κόμματα. Ο δεύτερος δρόμος, του
μεταξύ τους ξεκατινιάσματος, το πρώτο που θα πετύχει θα είναι να σκορπίσει
χαμόγελα στην κυβέρνηση. Και να οδηγήσει στη μακροημέρευση της ΝΔ στην
κυβερνητική εξουσία.
Ο αντιπολιτευτικός ανταγωνισμός
είναι μια υγιής πολιτική επιλογή. Στο κάτω κάτω, στο τέλος, δηλαδή την ώρα της
κάλπης, οι ψηφοφόροι θα επιλέξουν να επιβραβεύσουν όποιον από τους δύο το έκανε
καλύτερα. Αντίθετα, αν οι ψηφοφόροι δουν ότι τα δυο κόμματα της αντιπολίτευσης
ξεκατινιάζονται με κάθε αφορμή, μπορεί να αποστρέψουν το πρόσωπό τους και από
τα δύο. Και τότε θα έχουν αποτύχει και τα δύο, ανεξάρτητα από τον μεταξύ τους
συσχετισμό δυνάμεων.
Για να το πούμε όσο πιο απλά
γίνεται. Στις εκλογές του 2019, το ποσοστό της ΝΔ(40%) ήταν περίπου ίσο με το
άθροισμα των ποσοστών ΣΥΡΙΖΑ(32%) και ΚΙΝΑΛ(8%). Αν αυτό το άθροισμα μείνει το
ίδιο, ανεξάρτητα από το πώς θα κατανεμηθεί, η αντιπολίτευση θα έχει αποτύχει. Η
«πίτα» της αντιπολίτευσης πρέπει να μεγαλώσει. Διαφορετικά, τα δύο κόμματα θα
πολεμούν μεταξύ τους και η ΝΔ θα κάνει χάζι, ξαπλωμένη με άνεση στις καρέκλες
της εξουσίας.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου