Η ΝΔ, με την υποστήριξη και της
Ελληνικής Λύσης του Κυριάκου Βελόπουλου, έκλεισε την Παρασκευή στη Βουλή το
ζήτημα του εκλογικού νόμου καταργώντας την απλή αναλογική που έφερε η κυβέρνηση
ΣΥΡΙΖΑ - ένα διαχρονικό αίτημα στην ελληνική κοινωνία για δικαιότερη εκλογική
αντιπροσώπευση - και επαναφέροντας ένα νόμο ενισχυμένης αναλογικής με καθιέρωση
κλιμακωτού μπόνους για το πρώτο κόμμα αλλά και με ισχυρούς περιορισμούς για την
περίπτωση συνασπισμού κομμάτων. «Είναι ένας εκλογικός νόμος που ενισχύει το
δικομματισμό» παραδέχτηκε ο υπουργός Εσωτερικών Τάκης Θεοδωρικάκος.
Πάντως, ο νέος εκλογικός νόμος
δεν εξασφάλισε τις 200 ψήφους που απαιτεί το Σύνταγμα προκειμένου να ισχύσει
στις επόμενες εκλογές, οπότε αυτές θα διεξαχθούν με το σύστημα της απλής
αναλογικής. Το νέο εκλογικό σύστημα θα ισχύσει στις μεθεπόμενες εκλογές, αλλά ο
νόμος, που κατηγορήθηκε από την αντιπολίτευση ως αντισυνταγματικός και
καλπονοθευτικός, παράγει ήδη πολιτικά αποτελέσματα, αν και είναι νωρίς για να
έχει ξεκαθαριστούν. Η ίδια η σπουδή της κυβέρνησης να αλλάξει τον εκλογικό νόμο
μόλις έξι μήνες μετά την εκλογή της παρουσιάζει πολιτικό ενδιαφέρον αναφορικά
με το ποιες πραγματικά είναι οι προθέσεις Μητσοτάκη.
Οι συσχετισμοί στη Βουλή
Ο εκλογικός νόμος προωθήθηκε ως
το κατ’ εξοχήν πεδίο σύγκλησης ΝΔ - ΚΙΝΑΛ για να καταλήξει τελικά σε απόκλιση
με την ακροδεξιά Ελληνική Λύση να είναι το μόνο κόμμα που στήριξε την ολική επαναφορά της ενισχυμένης
αναλογικής, προσβλέποντας, αν και εφόσον ξαναμπεί στη Βουλή, να αποτελεί έναν
εν δυνάμει κυβερνητικό εταίρο για το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Στη μετακίνηση της Ελληνικής
Λύσης που στην αρχή είχε δηλώσει αντίθετη στην αλλαγή του εκλογικού νόμου
έπαιξε σίγουρα ρόλο και η απόφαση του ΚΙΝΑΛ να τον καταψηφίσει. Πρόκειται για
μια πολιτική απόφαση που από την Κουμουνδούρου εκλαμβάνεται ως «μερικός έστω
απογαλακτισμός» του ΚΙΝΑΛ από την ΝΔ, κάτι που κατά τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ
ανοίγει και ορίζοντες για τη δημιουργία προοδευτικών συγκλίσεων και ενδεχομένως
συνεργασιών.
Ο νέος εκλογικός νόμος
Ο νέος εκλογικός νόμος καταργεί
το σύστημα της απλής αναλογικής και καθιερώνει το κλιμακωτό μπόνους για το
πρώτο κόμμα, εφόσον βέβαια υπερβεί ή είναι ίσο του 25% που είναι η βάση. Σε
αυτή την περίπτωση, θα λάβει μπόνους 20 έδρες ενώ οι υπόλοιπες 280 θα
κατανεμηθούν αναλογικά στα κόμματα. Πάνω από το 25% και για μισή μονάδα το
πρώτο κόμμα θα παίρνει μπόνους μια έδρα επιπλέον ενώ το μάξιμουμ που είναι οι
50 έδρες θα πηγαίνουν εάν το ποσοστό του πρώτου κόμματος φτάσει στο 40%.
Το μπόνους και ο συνασπισμός
κομμάτων
Για τον συνασπισμό κομμάτων
προβλέπεται ότι ο συνασπισμός κομμάτων που εκλέγεται στην πρώτη θέση παίρνει το
μπόνους μόνο αν ο μέσος όρος της δύναμης των κομμάτων που τον απαρτίζουν είναι
μεγαλύτερος από τη δύναμη του αυτοτελούς κόμματος που συγκέντρωσε τον
μεγαλύτερο αριθμό έγκυρων ψηφοδελτίων.
Η πρόβλεψη αυτή, ακριβώς ήταν που
αποτέλεσε πεδίο σύγκλισης του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ με τα δυο κόμματα να
καταθέτουν ενστάσεις αντισυνταγματικότητας. Πρόκειται ουσιαστικά για την
επαναφορά της διάκρισης μεταξύ αυτοτελούς κόμματος και συνασπισμού κομμάτων,
για την οποία και στο παρελθόν έχει ασκηθεί έντονη κριτική ως προς την
συνταγματική της ευστάθεια.
Ο διαχωρισμός μεταξύ αυτοτελούς
κόμματος και συνασπισμού κομμάτων πρωτοκαθιερώθηκε το 1958, με σκοπό τότε τον
αποκλεισμό της ΕΔΑ από τη Β’ Κατανομή. Έκτοτε η διάκριση αυτή παρέμεινε σε
όλους τους εκλογικούς νόμους μέχρι το 1981, καταργήθηκε δύο φορές από το ΠΑΣΟΚ
(1985 και 2004) και επανήλθε σε ισάριθμες περιπτώσεις από τη Ν.Δ. (1990, 2008).
Πρόβλεψη υπήρχε και στο νόμο Παυλόπουλου λειτουργώντας αποτρεπτικά ως προς τη
δημιουργία συνασπισμών κομμάτων προκειμένου το πρώτο κόμμα να μη χάσει το
μπόνους των 50 εδρών. Η πρόβλεψη αυτή καταργήθηκε στον εκλογικό νόμο του ΣΥΡΙΖΑ
που έφερε την απλή αναλογική.
Επιστροφή στον μονοκομματικό έλεγχο
«Η ΝΔ μας καλεί να εγκρίνουμε ένα
εκλογικό σύστημα που μετατρέπει μια εκλογική μειοψηφία σε μονοκομματική
κοινοβουλευτική πλειοψηφία», σημείωσε στη Βουλή, ο Γιώργος Καμίνης, από το
ΚΙΝΑΛ, συνοψίζοντας πάντως με ένα τρόπο, το δεύτερο μεγάλο σημείο κριτικής που
ασκείται στον εκλογικό νόμο Θεοδωρικάκου.
Δηλαδή ότι αυτό που επιχειρεί
είναι μια επιστροφή στο νόμο Παυλόπουλου με απώτερο σκοπό την επιστροφή στις
ισχυρές μονοκομματικές πλειοψηφίες. Ο νέος νόμος δίνει αυτοδυναμία - σύμφωνα με
τους εκλογικούς αναλυτές - με ένα ποσοστό κοντά στο 36% - ανάλογα και με το
ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής - ενώ το μπόνους δημιουργεί
ένα μεγάλο χάσμα εκπροσώπησης μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου κόμματος,
οδηγώντας έτσι σε μονοκομματικό έλεγχο της Βουλής.
Η στόχευση Μητσοτάκη
Η συζήτηση του εκλογικού νόμου
στη Βουλή επανέφερε στο προσκήνιο το σενάριο για πρόωρες διπλές εκλογές και
μάλιστα άμεσα, με απώτερο στόχο του Κυριάκου Μητσοτάκη, να «καεί» η απλή
αναλογική στην πρώτη αναμέτρηση και στην δεύτερη να εξασφαλίσει η ΝΔ μια καθαρή
τετραετία. Το σενάριο αυτό βρίσκεται στα συρτάρια του πρωθυπουργού από την
πρώτη ημέρα της εκλογής του, εξάλλου το έχει ομολογήσει και ο ίδιος σε δημόσιες
δηλώσεις του.
Σε απάντηση της οξείας κριτικής
που έγινε από την αντιπολίτευση, από την κυβέρνηση έσπευσαν να υποστηρίξουν ότι
ο εκλογικός νόμος ήρθε σε ουδέτερη συγκυρία και τα περί εκλογικού αιφνιδιασμού
δεν υφίστανται. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έσπευσε από το Νταβός να
επαναλάβει ότι θα εξαντλήσει την τετραετία. Ωστόσο, το χαρτί δεν έχει καεί.
Υπάρχουν κυβερνητικά στελέχη που ναι μεν διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει
πιθανότητα πρόωρων εκλογών, ωστόσο, όπως τονίζουν κανείς δεν μπορεί να τις
αποκλείσει με απόλυτη βεβαιότητα.
Από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, ο ίδιος ο
Αλέξης Τσίπρας εκτίμησε ακριβώς ότι η κυβέρνηση σπεύδει να αλλάξει τον νόμο,
γιατί σχεδιάζει να καταφύγει σύντομα σε πρόωρες εκλογές. Προειδοποίησε, ωστόσο,
ότι κάτι τέτοιο δεν είναι διόλου βέβαιο ότι θα συμβεί. Κι αυτό διότι οι
επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν με απλή αναλογική. «Μην είστε σίγουροι ότι δεν
θα προκύψει κυβερνητική λύση, το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η λύση δεν θα
εμπεριέχει τη ΝΔ και τον κ. Μητσοτάκη».
Ο αρχηγός της αξιωματικής
αντιπολίτευσης εξάλλου υπενθύμισε ότι η τελευταία φορά που επιχειρήθηκε κάτι
τέτοιο ήταν στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Υπενθυμίζεται ότι ο
εκλογικός νόμος του 1990 που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη στις αρχές
της τετραετίας ήταν εκείνος που εξασφάλισε στο ΠΑΣΟΚ 11 χρόνια στην κυβέρνηση.
Στον ΣΥΡΙΖΑ εκτιμούν ότι ακόμη κι
αν γίνουν πρόωρες εκλογές δεν αποκλείεται να προκύψει μια προοδευτική κυβέρνηση
συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ - ίσως και του ΜΕΡΑ25, επίσης εάν ξαναμπεί στην
Βουλή - και να μην υπάρξει δεύτερη προσφυγή στις κάλπες με τον νόμο
Θεοδωρικάκου. Έτσι θα επιχειρήσουν νέο άνοιγμα στις «προοδευτικές δυνάμεις» για
κυβερνητική συνεργασία, «παρά τις υπαρκτές διαφορές».
Ο βασικός λόγος για τον οποίο ο
Κυριάκος Μητσοτάκης θα πήγαινε σε πρόωρες κάλπες είναι ότι παρά το «μαγείρεμα»
με τον εκλογικό νόμο, στο Μαξίμου γνωρίζουν ότι είναι άτοπο να ελπίζουν σε
ποσοστό αυτοδυναμίας αν γίνουν εκλογές μετά από τέσσερα χρόνια. Παρ’ όλα αυτά η
πρόωρη προσφυγή στις κάλπες δεν παύει και πάλι να αποτελεί κίνηση με ρίσκο.
Μετά την αλλαγή του εκλογικού νόμου μένει να φανεί αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα
πάρει και πότε αυτό το ρίσκο.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου