Πέμπτη 3 Ιουνίου 2021

Η δημοκρατία της ουράς

 


γράφει η Κυριακή Μπεϊόγλου

 

Στον κύριο Δ. αρέσουν οι ουρές. Οι ουρές που σχηματίζονται έξω από τράπεζες, σούπερ μάρκετ και καταστήματα. Τώρα μάλιστα που το καλοκαιράκι είναι στις δόξες του περιμένει υπομονετικά τη σειρά του και την παραχωρεί ευχαρίστως σε ηλικιωμένους, παιδιά και σε όποιον βιάζεται. Προχωρώντας στον κεντρικό δρόμο παρατηρεί με ενδιαφέρον αυτά τα πολύχρωμα φίδια με το ετερόκλητο δέρμα που ξεφυτρώνουν σε κάθε γωνιά της πόλης. Ανθρωποι όλων των ηλικιών, των προτιμήσεων, των φυλών και των χρωμάτων, περιμένουν υπομονετικά να έρθει η σειρά τους.

 

Είναι ό,τι πιο δημοκρατικό είδε να συμβαίνει στην κοινωνία τα τελευταία χρόνια. Η «δημοκρατία της ουράς», κατάκτηση του κορονοϊού. Αν δεν είχε συμβεί η πανδημία, πιθανότατα αυτή η ίδια ουρά στην οποία βρίσκεται κι αυτός τώρα -έξω από εταιρεία κινητής τηλεφωνίας- θα συστρεφόταν ανήσυχη, θα άλλαζε τη διάταξή της, θα τσακωνόταν συνεχώς για το ποιος έχει δίκιο κι άδικο και σίγουρα θα γέμιζε ο αέρας που αναπνέουμε με «γαλλικά» και άλλα κοσμητικά επίθετα στα οποία είναι τόσο εφευρετική η γλώσσα μας.

 

Στο στόμα του φιδιού στέκεται ένας εκπρόσωπος του καταστήματος. Ακούει τα αιτήματα, τα βάζει σε τάξη. Ισως να παίζει κι αυτό ένα ρόλο. Στην Ελλάδα είχαμε πάντα την ανάγκη καθοδηγητών. Προχθές ο κύριος Δ. έδωσε τη σειρά του σε μια κοπέλα. Δεν πρέπει να ήταν πάνω από είκοσι χρόνων. Ο κύριος Δ. έβλεπε πως η κοπέλα αγωνιούσε να φτάσει στο «στόμα». Αλλαζε συχνά πόδι στήριξης και κέντρο βάρους, σαν να προσπαθούσε με αυτόν τον τρόπο να ταρακουνήσει το πεζοδρόμιο, μπας και προχωρούσε η ουρά.

 

Φυσούσε και ξεφυσούσε στον αυχένα του κυρίου Δ. Βιαζόταν, ήταν ολοφάνερο. Ο κύριος Δ. γύρισε και την κοίταξε και του φάνηκε πως κοίταξε ολόκληρη τη γενιά της κατάματα. Μια γενιά που στερήθηκε έναν χρόνο από τη ζωή της, πάνω στην άνοιξη των ονείρων και των επιθυμιών της. Εναν χρόνο που οι 18άρηδες άκουγαν πως απαγορεύεται να βγουν, να φιλήσουν, να αγκαλιάσουν, να τραγουδήσουν και να χαρούν. Το «μείνετε σπίτι» αντηχεί ακόμη στ’ αυτιά τους σαν προειδοποίηση ενός θανάσιμου κινδύνου: μη ζεις για να ζήσεις.

 

Ο κύριος Δ. σκέφτηκε πως αυτά τα παιδιά δεν πρέπει να χάσουν άλλο λεπτό περιμένοντας για να ζήσουν. Και με χαρά παραχώρησε τη δική του σειρά στη νεαρή Γ. -όπως του συστήθηκε κοιτάζοντάς τον με ευγνωμοσύνη. Ναι, του κυρίου Δ. τού αρέσουν πολύ οι ουρές γιατί προσφέρουν και μια θαυμάσια ευκαιρία να γνωρίσεις ετερόκλητους ανθρώπους. Εκεί διαπιστώνει περίτρανα τώρα πως ο άνθρωπος είναι αυτό που θέλει ο ίδιος να είναι. Κατά την πανδημία, έμαθε και μαθαίνει καθημερινά πως δεν χρειάζεται πια να είναι τέλειος, μπορεί να είναι ανθρώπινος.     

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *