Κυριακή 6 Ιουνίου 2021

Ανθη του κάκτου

 


γράφει ο Πέτρος Μανταίος

 

Γνωρίζοντας, μέσες-άκρες, ότι άπαντα τα κακτοειδή έχουν το πλείστον αμερικανική προέλευση και μας ήρθαν στην Ελλάδα μέσω Ευρώπης, τα έφεραν, γενικά, οι Φράγκοι, χαρακτηριστική περίπτωση η γνωστή μας φραγκοσυκιά, δεν φανταζόμουν ότι η λέξη κάκτος (λατινικά cactus) είναι ελληνική, τη συναντάμε στον Θεόφραστο, διάδοχο του Αριστοτέλη στην Περιπατητική Σχολή, το Λύκειο, σπουδαίο φιλόσοφο και πατέρα της βοτανικής, και είναι η πολύ γνωστή μας και για πολλούς εξαίρετο έδεσμα αγκινάρα ή κινάρα (λέξη που συνάντησα νέος στον Εγγονόπουλο: «μια αγκινάρα που είναι κινάρα που είναι κινίρα…» κ.λπ.), λατινικά cardus, η άγρια και cinara, η ήμερη, αυτή που έχει και το μεγαλύτερο γαστρονομικό ενδιαφέρον.

 

Δεν φανταζόμουν, επίσης, ότι ξεκινώντας από δυο άνθη κάκτων, που φωτογράφησα με το κινητό εντυπωσιασμένος από τα φανταστικά χρώματά τους, θα ανοιγόταν μπροστά μου μια ιστορία πολιτισμού κάποιων χιλιάδων χρόνων και μια τεράστια βιβλιογραφία –που δεν σου φτάνουν δυο ζωές για να την ξεφυλλίσεις– μέσα από αισθήσεις και παραισθήσεις, για μια κατηγορία φυτών με αγκάθια.

 

Που όμως δεσπόζουν μιας ηπείρου, της Αμερικής, από τον νότιο Καναδά μέχρι την Παταγονία, ενώ καλύπτουν και αρκετές εκτάσεις της κεντρικής και νότιας Αφρικής και της Μαδαγασκάρης. Και που, παρά τα φαινόμενα –τα πολλά και απωθητικά αγκάθια αυτοπροστασίας–, ίσως και γι’ αυτό, αυτά τα φυτά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα και χρειάζονται φροντίδα και στοργή. Θα μου πεις, μπορείς να χαϊδέψεις κάτι που βγάζει αγκάθια; Μπορείς, όταν αγαπάς και όταν καταλαβαίνεις πώς, πότε και τι να χαϊδέψεις.

 

Την ιδέα να γράψω για τα άνθη του κάκτου [σε λανθάνοντα παραλληλισμό με «Τα Ανθη του Κακού» του Μπωντλαίρ, απαρχή της μοντέρνας ποίησης] μου την έδωσαν δυο άνθη κάκτου, ένα φραγκοσυκιάς (το πορτοκαλί) το περασμένο καλοκαίρι στον Λαύκο και το άλλο (το ιώδες) μόλις πρόσφατα στη βεράντα μου στο Παγκράτι. Απίστευτα χρώματα. Αντοχή στις στερήσεις. Εσωστρεφής αυτάρκεια. Μετατροπή των φύλλων φωτοσύνθεσης σε αγκάθια αυτοπροστασίας· η φωτοσύνθεση γίνεται από το βλαστό. Πρόκληση της επικονίασης προς αναπαραγωγή μέσα από θεαματικά χρώματα μιας ανθοφορίας που διαρκεί ελάχιστα· σε κάποιους κάκτους, μια μόνο νύχτα, σε κάποιους άλλους όχι κάθε χρόνο.

 

Ο επί Γης πληθυσμός των κάκτων υπολογίζεται σε 1.500 με 1.800 είδη. Ευδοκιμεί σε ξηρά κλίματα και στεγνά εδάφη [το είδος δεν υπάρχει π.χ. στη ζούγκλα του Αμαζόνιου]. Ομως προσαρμόζεται σε εύκρατες ζώνες [οι κάκτοι της Ευρώπης έχουν όλοι εισαχθεί από τον Νέο Κόσμο· όπως και πολλά άλλα είδη φυτών, με πρωταγωνιστές την πατάτα και την ντομάτα!]. Ενώ αντέχει και σε χαμηλές θερμοκρασίες.

 

Μια ιδιαίτερη είδηση αλίευσα από το Ιντερνετ: Σεπτέμβριος 2014, Ρέθυμνο. Αστυνομικοί, επιχειρώντας έρευνα σε σπίτι Ολλανδού, μόνιμου κάτοικου της περιοχής, μετά από ανώνυμη καταγγελία… ύποπτης καλλιέργειας, έκπληκτοι αντίκρισαν… ευτραφή φυτεία από 250 κάκτους, έως και 2,5 μέτρα ύψος. Μετά από έρευνα διαπιστώθηκε πως επρόκειτο για το είδος κάκτου San Pedro, που φύεται στη Νότια και Κεντρική Αμερική, από το οποίο παράγεται η παραισθησιογόνος ουσία μεσκαλίνη.

 

Αν ανοίγαμε το αρχέγονο «βιβλίο» των αισθήσεων και των παραισθήσεων των αυτόχθονων πληθυσμών της Αμερικής, των «Ινδιάνων». Οπου η μεσκαλίνη (το μεσκάλ) και το εξ αυτής παραγόμενο (προϊόν κάκτου δηλαδή) ευφορικό παραισθησιογόνο πεγιότ [το οποίο οι Αζτέκοι ονόμαζαν «Θεϊκό Αγγελιαφόρο» και υπό την επήρειά του γινόταν ο θρυλικός «Χορός των Πνευμάτων»] χρονολογούνται εδώ και πάνω από 5.700 χρόνια… Τότε θα γράφαμε μέχρι το άλλο Σάββατο!       

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *