Τρίτη 22 Ιουνίου 2021

Αν οι βιαστές και οι γυναικοκτόνοι ήταν αριστεροί ή αναρχικοί

 


γράφει ο Άρης Χατζηστεφάνου

 

Η υπόθεση των Γλυκών Νερών και του εννιάωρου βιασμού μιας γυναίκας στα Πετράλωνα προκαλεί ένα διάλογο, που θα έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί εδώ και δεκαετίες, σχετικά με τα δικαιώματα των γυναικών, την πατριαρχία και πολλά άλλα ζητήματα. Κάποια στιγμή όμως θα πρέπει να εξετάσουμε και το ρόλο της αστυνομίας και της δικαιοσύνης σε αυτά τα περιστατικά.

 

Τις τελευταίες ημέρες η ΕΛ.ΑΣ αλλά και οι εισαγγελικές αρχές επέδειξαν εγκληματική ολιγωρία σε σειρά θεμάτων. Καταρχήν οι αστυνομικοί χρειάστηκαν σχεδόν 40 ημέρες για να εξιχνιάσουν την υπόθεση της γυναικοκτονίας, παρά το γεγονός ότι όλα τα στοιχεία ήταν μπροστά στα μάτια τους από την πρώτη ώρα που μπήκαν στο σπίτι. Οι κάρτες μνήμης, το smart watch και τα ίχνη στα τηλέφωνα – για τα οποία τώρα αυτοπαρουσιάζονται σαν το ελληνικό CSI – ήταν πάντα εκεί.

 

Ας φανταστούμε για λίγο η υπόθεση να είχε πολιτικά χαρακτηριστικά, εάν παραδείγματος χάριν το θύμα ήταν ένας πολιτικός ή ένας μεγαλο-επιχειρηματίας. Θα έλεγε ο Χρυσοχοϊδης ότι «τέτοια βαρβαρότητα σπάνια συναντάμε στην Ελλάδα», κλείνοντας το μάτι σε όσους διέρρεαν ότι πίσω από το έγκλημα βρίσκονται αλλοδαποί; Θα χρειαζόταν η ΕΛ.ΑΣ τέσσερις εβδομάδες για να διαλευκάνει τα πραγματικά περιστατικά; Και αφού τώρα οι αστυνομικοί υποστηρίζουν ότι είχαν από την αρχή υπόνοιες, θα άφηναν τον ύποπτο να κυκλοφορεί ελεύθερος (επιτρέποντας του να παραστεί ακόμη και στο μνημόσυνο του θύματος);

 

Και ύστερα ήρθε η διαρροή συγκεκριμένων αποσπασμάτων του προσωπικού ημερολογίου του θύματος, μέσω του οποίου επιχειρείται να παρουσιαστεί σαν ψυχολογικά ασταθής προσωπικότητα. Ακόμη και αν δεχθούμε ότι η διαρροή στον Τύπο δεν έγινε από την αστυνομία, πρόκειται προφανώς για παράνομη κυκλοφορία υλικού της δικογραφίας, γεγονός το οποίο διώκεται ποινικά.

  

Να θυμίσουμε ότι το 2003, όταν δυο δημοσιογράφοι παρουσίασαν υλικό από τη δικογραφία για την υπόθεση της 17 Νοέμβρη, ασκήθηκαν αυτομάτως ποινικές διώξεις εναντίον τους. Ενώ όμως οι δημοσιογράφοι ισχυρίστηκαν τότε ότι η δημοσίευση των πληροφοριών εξυπηρετούσε την ανάγκη ενημέρωσης των πολιτών, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η κουτσομπολίστικη κυκλοφορία του ημερολογίου του θύματος στα Γλυκά Νερά εξυπηρετεί ανάγκες ενημέρωσης. Γιατί δεν κινούνται λοιπόν διαδικασίες ελέγχου της διαρροής από τις εισαγγελικές αρχές; Μήπως γιατί οι διαρροές στοιχείων δικογραφίας είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιούν ορισμένοι για να επηρεάσουν την κοινή γνώμη αλλά και την έκβαση της δίκης ανάλογα με την ατζέντα τους;

 

Το περιστατικό του βιασμού στα Πετράλωνα έρχεται να προσθέσει μια ακόμη πτυχή σε αυτές τις παρατηρήσεις. Ενώ η αστυνομία βρισκόταν έξω από το σπίτι, όπου συντελούνταν ένα έγκλημα πρωτοφανούς βαρβαρότητας, δεν επενέβη με το πρόσχημα ότι ανέμενε το ένταλμα του εισαγγελέα.

 

Φυσικά όσοι έχουν δει την αστυνομία να μπουκάρει στο σπίτι τους για πολιτικούς λόγους (π.χ η οικογένεια Ινδαρέ, που ξυλοκοπήθηκε άγρια, ως παράπλευρη απώλεια μιας τέτοιας επιχείρησης) πρέπει να γελάνε δυνατά στο άκουσμα των λέξεων ένταλμα και εισαγγελέας.

 

Ενώ όμως η αστυνομία φαίνεται να έμεινε αδρανής, αφήνοντας το δράστη του βιασμού να διαφύγει, την επόμενη ημέρα έστειλε ισχυρές δυνάμεις των ΜΑΤ να επιτηρούν μια συγκέντρωση αλληλεγγύης που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή.

 

Όλες οι ιστορίες των τελευταίων ημερών συνηγορούν σε ένα συμπέρασμα: Οι μεταδικτατορικοί θεσμοί της αστυνομίας και της δικαιοσύνης λειτουργούν με εξαιρετική ταχύτητα όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με υποθέσεις πολιτικού περιεχομένου, όταν δηλαδή κρίνουν όταν διακυβεύεται η ασφάλεια του κράτους, της κυβέρνησης ή των οικονομικών ελίτ (και κάθε συνδυασμού των προηγουμένων) αλλά θυμίζουν τον επιθεωρητή Κλουζό, όταν καλούνται να υπερασπιστούν τους αδύναμους της κοινωνίας. Από τον Ζακ Κωστόπουλο μέχρι την γυναίκα στα Πετράλωνα η αστυνομία, εάν δεν συμμετέχει στη δολοφονία, τουλάχιστον ολιγωρεί στον εντοπισμό των ενόχων.

 

Το να είσαι όμως ο «Κλουζό», όταν αποδεδειγμένα μπορείς να είσαι ο Ντέρτι Χάρι (δηλαδή ένας ακροδεξιός, ρατσιστής μπάτσος, ο οποίος επιτυγχάνει το στόχο του, κινούμενος και έξω από τα όρια της νομιμότητας) δεν αποτελεί ατύχημα. Είναι πολιτική επιλογή.

 

Η Ελληνική αστυνομία (μαζί με τους πολιτικούς προϊσταμένους της) αλλά και η ελληνική δικαιοσύνη είναι δυο θεσμοί οι οποίοι δημιουργήθηκαν για να υπηρετούν τους ισχυρούς και να καταπιέζουν τους αδύναμους – ή στην καλύτερη περίπτωση να τους αφήνουν στην τύχη τους. Και αυτό το έργο το εκτελούν με τρομακτική επιτυχία.   

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *