Η κατάσταση στη Μόρια είναι «πολύ
δύσκολη έως οριακή» διαπιστώνει σε επιστολή του ο Δημήτρης Βίτσας, υπουργός
Μεταναστευτικής Πολιτικής. Από διαπιστώσεις καλά τα πάει. Στις προτεινόμενες
λύσεις καταγράφεται κενό.
Γράφει η Λώρη Κέζα
Υπάρχει αυτή η συνθήκη που
λέγεται «πραγματικότητα» και ζητεί να γίνει ορατή τη χειρότερη στιγμή, όταν η
ψυχοπονιάρα ρητορική κερδίζει έδαφος. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τα πήγαινε πάντα πολύ
καλά με τις αναλύσεις για το μεταναστευτικό. Στις πράξεις δεν έχει κάνει τίποτε
περισσότερο, τίποτε διαφορετικό από όσα έκανε και η Νέα Δημοκρατία.
Τα λόγια μόνο αλλάζουν: Στη δεξιά
παράταξη γίνονται δεκτοί χαρακτηρισμοί για τους αλλοδαπούς όπως «κατσαρίδες» ενώ
στην αριστερά παράταξη μάχονται για την κατάργηση της λέξης «λαθρομετανάστης».
Η αληθινή πολιτική, δηλαδή η
διακυβέρνηση, αποκάλυψε στον Δημήτρη Βίτσα και τους συντρόφους του ότι τα
πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα στο πεδίο. Τόσο στο ζήτημα της υποδοχής όσο και
στο ζήτημα της κοινωνικής ένταξης. Στους καταυλισμούς που λειτουργούν με
απάνθρωπες συνθήκες τα πράγματα έχουν γίνει πολύ χειρότερα σε σχέση με τα
προηγούμενα χρόνια. Πολύ χειρότερα σε σχέση με τον αριθμό ατόμων που διαβιούν
εκεί. Βιασμοί παιδιών, βιασμοί ενηλίκων, μια τουαλέτα για εβδομήντα άτομα,
ντάλα το καλοκαίρι, παγωνιά το χειμώνα, δέκα άτομα σε αντίσκηνο σχεδιασμένο για
δυο, φαγητό που ούτε στα σκυλιά τους δεν θα έδιναν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Το δεύτερο στάδιο είναι ακόμη
χειρότερο. Τι θα απογίνουν άραγε όλοι αυτοί οι άνθρωποι στους οποίους οι
προοδευτικοί δίνουν ελπίδες με τη φιλεύσπλαχνη ρητορική τους; Επειδή το
ζητούμενο δεν είναι μόνο να πάρουν στα χέρια «τα χαρτιά», το θέμα είναι να συνεχίσουν
τη ζωή τους αξιοπρεπώς. Δεν υπάρχει σχέδιο ούτε από τον Δημήτρη Βίτσα ούτε από
την Ευρωπαϊκή Ένωση για τα εξής βασικά: Πού θα εργαστούν και πού θα στεγαστούν.
Η μοίρα των προσφύγων και μεταναστών στην καλύτερη περίπτωση τους τοποθετεί σε
κάποιο ευρωπαϊκό γκέτο, σε πολυκατοικίες όπου ζουν απομονωμένοι, μεταξύ τους,
έξω από τον κοινωνικό ιστό και επιβιώνουν χάρη σε επιδόματα και φιλανθρωπία.
Το ελληνικό μοντέλο ένταξης
περιλαμβάνει ανασφάλιστη εργασία, χαμηλά μεροκάματα, δουλειές που δεν
καταδέχονται να κάνουν οι ντόπιοι. Αυτά στην καλύτερη περίπτωση, όταν δεν
υπάρχουν συνθήκες Μανωλάδας, με Πακιστανούς να εργάζονται όπως ακριβώς οι
δούλοι στις πιο θλιβερές σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας.
Η άθλια απάντηση στην ανασφάλιστη
εργασία είναι ότι «εδώ στην Ελλάδα ζουν καλύτερα από ότι ζούσαν στην πατρίδα
τους» και αυτή ακριβώς η δήθεν ανθρώπινη προσέγγιση αποτελεί τη βάση για τον
πιο άγριο ταξικό διαχωρισμό, για τη δημιουργία μιας τάξης με παρίες που δεν
έχουν πρόσβαση σε τίποτα, που δεν εντάσσονται αλλά ζουν στο περιθώριο. Εργατικά
χέρια, φτηνά εργατικά χέρια, ανασφάλιστα εργατικά χέρια. Χέρια αποκομμένα από
την ανθρώπινη υπόστασή τους.
Αν υπάρχει μια βασική ερώτηση για
το μεταναστευτικό, για να απαντηθεί από τον Δημήτρη Βίτσα, είναι πού φαντάζεται
τους μετανάστες της Μόριας σε 5, σε 10 χρόνια. Το πιο πιθανό είναι να έχουν
φύγει από το κολαστήριο υποδοχής για να γίνουν δούλοι στην πιο άγρια μορφή του
καπιταλισμού. Εκεί που η πλειονότητα μάχεται για δικαιώματα, πατώντας πάνω σε
ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου