Γράφει ο Γιώργος Σταματόπουλος
Να που, ενίοτε, ο δαίμονας του
«εγώ» των πολιτικών οδηγεί σε λυτρωτικές, εξαγνιστικές αποφάσεις εκ μέρους της
«διοίκησής» τους. Τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας αρνούνται, κατόπιν -είπαμε-
διοικητικής εντολής, να εμφανιστούν στα κρατικά κανάλια, οι ομόλογοί τους, οι
κυβερνητικοί, επίσης αποφάσισαν -πρώτοι αυτοί- να μην πατήσουν πόδι στον ΣΚΑΪ.
Χαράς ευαγγέλια για το τηλεοπτικό κοινό.
Θα απαλλαγεί από ενοχλητικές και
ανιαρές, αφόρητα επαναλαμβανόμενες [άνευ ουσίας] περσόνες. Σιγά, θα πει κανείς,
τους τηλεθεατές των κρατικών καναλιών και σιγά αυτούς του ΣΚΑΪ. Παραμένει ως
ευτράπελο η γενναία (!) απόφαση των ειδικών της επικοινωνίας των κομμάτων αυτών
να περιφρουρήσουν την τιμή τους και την αξιοπρέπειά τους [ευαίσθητα γαρ και
ευυπόληπτα, δεν αντέχουν να θίγονται από απλούς δημοσιογράφους, που έχουν όμως
βήμα]. Τους έχουν ανάγκη και το ξέρουν. Παίζουν όμως με τη συγκυρία [με τα
νεύρα μας εννοείται].
Να καθαρίσει λίγο το θολό έως
σκοτεινό τοπίο, αδερφέ -δεν είναι και λίγο, όσο κι αν κρατήσει. Να λάμψει η
οθόνη και να σμικρυνθεί η απόσταση ανάμεσα στον πομπό και τον δέκτη. Να
μηδενιστεί. Να πάψει να υπάρχει. Αλλά αυτά δεν γίνονται. Δεν έχει έρθει ακόμη η
ώρα τους. Για φαντάσου, όλα τα πολιτικά κόμματα να προέβαιναν σε ίδιου είδους
αποφάσεις και να απέσυραν τα στελέχη τους από τις οθόνες.
Θα ομόρφαινε το περιβάλλον, θα
«συνερχόταν», θα αποκαθαιρόταν -φως στους δρόμους και λοιπά. Θα παίρναμε ίσως
τα πολιτικά πράγματα από την αρχή και ίσως διαπιστώναμε πόσο στραβά τα έχουμε
απορροφήσει ώς τώρα, πόσο μακριά ήμασταν από την όντως πολιτική. Θα
συμμετείχαμε [λέω...].
Γενικά επικρατεί υποκρισία -και
θράσος. Γίνονται αστείες προσπάθειες να φανεί ότι τα κόμματα έχουν αρχές και
αξίες, αλλά αυτές καταναλίσκονται σε δευτερεύουσας σημασίας ενέργειες όπως καλή
ώρα η αποχή (!) από την εριστική και υβριστική [έτσι λένε οι θιγόμενοι]
ενημέρωση. Για δες, δεν τους το ’χαμε των πολιτικών των δύο μεγάλων μας
κομμάτων -όλο εκπλήξεις είναι, τρομάρα [όλων] μας.
Γούστο έχει και η Ενωση Συντακτών
-εθίγη και αυτή. Τώρα το θυμήθηκε, που έχουμε μολυνθεί δεκαετίες τώρα από τη
χυδαιότατη χρήση της γλώσσας σε καθημερινό επίπεδο. Δεν κοκκινίζουν, δεν
ντρέπονται, απλώς. [Εδώ που τα λέμε, όλοι μας έχουμε πάψει να νιώθουμε κάποια
εσωτερική ταραχή, που προκαλεί εκείνο το αίσθημα της ντροπής, το μούδιασμα της
συνενοχής]. Ας πάει στο καλό κι αυτή η αδιαφορία.
Υπάρχει και η εξής [καβάφεια]
προσέγγιση: Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς όλους αυτούς τους βάρβαρους; Ησαν
βέβαια κάποια λύσις, κυρίως για τους αργόσχολους, τους φανατικούς, τους
φανατισμένους και λοιπούς φετιχιστές με τινά των προσώπων που θα απουσιάσουν
[αλίμονο] από την κεντρική πολιτική αρένα της επικοινωνίας [μας]. Πώς θα
περάσει ο καιρός, [ο καθημερινός χρόνος]; Ξανά αλίμονο σε όσους τουλάχιστον
εθίστηκαν, έμαθαν τέλος πάντων, να πληροφορούνται από τα κανάλια αυτά. Ε, ας
στραφούν στα άλλα, σε αυτά υπονοώ με τη δεινή και αστραφτερή πληροφόρηση και
διαπαιδαγώγηση. Δεν ντρεπόμαστε, ας το αποδεχτούμε· ίσως να μας βγει και σε
καλό αν το πράξουμε. Και μετά; Και ποιος σκά[ε]ι;
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου