Γράφει η Λώρη Κέζα
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει την άνεση μιας
Νέας Δημοκρατίας να δώσει 150.000 μόνιμες θέσεις προεκλογικά, δεν έχει την
επινοητικότητα ενός ΠΑΣΟΚ, να ανοίξει τα παράθυρα του δημοσίου τομέα για να εισέλθουν οι οπαδοί του κόμματος. Έχει
όμως την ίδια, γέρικη νοοτροπία, που παραπέμπει σε άλλες εποχές.
Εν όψει εκλογών
ανοίγουν θέσεις, δημιουργούνται ευκαιρίες. Χιλιάδες άτομα στα σχολεία, στην
ειδική εκπαίδευση. Χιλιάδες άτομα για το πρόγραμμα «βοήθεια στο σπίτι».
Χιλιάδες άτομα μέσα στη 3ιετία, αυτό δηλώνει ο πρωθυπουργός. Επιπλέον τίθεται
σε εφαρμογή η αντικατάσταση. Ένας φεύγει, ένας έρχεται στο μισθολόγιο. Με
παρασύνθημα «όσοι κλειδώνουν σύνταξη», θα σταματήσουν να δουλεύουν ακόμα
περισσότερες γυναίκες κάτω των 55 ετών. Ναι, ισχύει ακόμα η πρόωρη σύνταξη.
Αφορά τους γνωστούς πληθυσμούς, κυρίως εργαζόμενες τραπεζών και ΔΕΚΟ, ειδική
κατηγορία πολιτών, πάντα ευνοημένη. Οι καινούργιοι συνταξιούχοι αφήνοντας τις
καρέκλες στο Δημόσιο, παραχωρούν τη θέση σε άλλους. Δέκα χιλιάδες εδώ, πέντε
χιλιάδες εκεί, μερικές εκατοντάδες σε δήμους και περιφέρειες, όχι δεν θα
υπάρξει δημοσιονομικός εκτροχιασμός, είναι, λένε, μετρημένο το κόστος των
υποσχέσεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ποντάρει και αυτός στην έλλειψη αξιοπρέπειας των πολιτών.
Να βολευτούν χωρίς κόπο σε μια θεσούλα και μετά, ναι, θα ψηφίσουν, κι ας είναι
το πόστο για εννέα μήνες. Δουλίτσα να υπάρχει, μια θεσούλα στο σύστημα, κι ας
καταρρέει το σύστημα, ας καταρρέει το οικοδόμημα που χτίστηκε με τέτοιες
συναλλαγές. Η δικαιολογία υπάρχει, ίδια και απαράλλαχτη, «σάμπως οι άλλοι ήταν
καλύτεροι;». Όχι, δεν ήταν καλύτεροι αλλά δεν πούλησαν ηθικό πλεονέκτημα για να
εκλεγούν, ήταν πιο χυδαίοι στην επικοινωνία, πιο άμεσοι και πιο σαφείς. «Τα
δικά μας παιδιά», έχει αρθρωθεί, είναι η φράση κλειδί για τη διαχείριση
προσωπικού στον δημόσιο τομέα. Οι δικοί μας, οι δικοί σας, θέσεις υπάρχουν,
διορισμοί θα γίνουν.
Από αυτήν την κυβέρνηση, που μιμείται ανεπιτυχώς τους
προκατόχους της (δεν έχει πόρους για να τους μιμηθεί επιτυχώς) απουσιάζει
εντελώς η πρόταση για δημιουργία θέσεων στον ιδιωτικό τομέα. Ούτε μια λέξη για
το πως θα μειωθεί το κόστος εργασίας, ούτε ένα κίνητρο για τη δημιουργία επιχειρήσεων
και φυσικά μια άρνηση για όλα τα συνώνυμα του πλούτου, εκείνου του πλούτου που
έρχεται οργανωμένα ως «ανάπτυξη». Καμία αγωνία για την προκοπή, τουναντίον
εχθρότητα για οποιονδήποτε έχει πρόθεση να δημιουργήσει μια εταιρεία, να
προωθήσει υπηρεσίες, να σταθεί στα πόδια του.
Δημιουργείται το ερώτημα ποιος θα
τους πληρώνει αυτούς τους νέους δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίοι θα καθίσουν
στις καρέκλες συνταξιούχων που θα πληρώνονται επίσης. Προφανώς θα αναλάβουν να
συντηρούν τους νεοδιόριστους όσοι είναι έξω από τον κύκλο των εκλεκτών του
δημοσίου τομέα, οι μισθωτοί των 450 ευρώ, εκείνοι που πωλούν ακίνητα για να
επιβιώσουν, εκείνοι που πωλούν χρυσαφικά για να πληρώσουν βασικές ανάγκες. Θα
αναλάβουν να πληρώνουν και οι επιχειρήσεις που δυσκολεύονται να κάνουν δικές
τους προσλήψεις αλλά είναι υποχρεωμένες με τους φόρους να πληρώνουν το κόστος
των δημοσίων υπαλλήλων. Η επιλογή της κυβέρνησης είναι να βαθύνει και άλλο η
κρίση επαναλαμβάνοντας τα ίδια λάθη και επιβαρύνοντας την κατάσταση με
ιδεοληψίες εναντίον του ιδιωτικού τομέα. Η ελπίδα ήλθε, η ελπίδα έφυγε.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου