γράφει ο Γιάννης Σιώτος*
Ξαφνικά οι Ευρωπαίοι ηγέτες
ανακάλυψαν τους λαϊκιστές και τους κινδύνους για το ευρωπαϊκό μοντέλο με τη
μορφή που επέβαλαν στους υπόλοιπους Ευρωπαίους το Βερολίνο και το Παρίσι.
Μιλούν λες και ανακάλυψαν την πυρίτιδα.
Υποκρινόμενοι τους έκπληκτους
προσπαθούν να παρακάμψουν τις ευθύνες για τις πολιτικές που επέβαλαν οι ίδιοι
και οι προκάτοχοί τους από τη δεκαετία του ’90 μέχρι σήμερα.
Η Μέρκελ, ο Μακρόν και οι άλλοι
συστημικοί ηγέτες όταν μιλούν κρύβουν το βασικό: η απειλή των λαϊκιστών υπάρχει
διότι τους στηρίζουν και τους αποδέχονται εκατοντάδες εκατομμύρια Ευρωπαίων, οι
οποίοι αντιδρούν στην Ευρώπη που οικοδόμησαν η Μέρκελ, ο Σαρκοζί, ο Ολάντ, ο
Μπλερ, Σρέντερ, ο Σιράκ, ο Κολ, άλλοτε με τη βία και άλλοτε με τον μανδύα των
συμβιβασμών.
Γιατί η στροφή του ευρωπαϊκού
εκλογικού σώματος σε πολιτικούς όπως ο Σαλβίνι, η Λεπέν και ο Ορμπαν δείχνει
ότι πολλοί Ευρωπαίοι απηύδησαν από τη σημερινή απάνθρωπη και κυνική
γαλλογερμανική Ευρώπη που οικοδομήθηκε από την ευρωπαϊκή Δεξιά μαζί με τους
Σοσιαλδημοκράτες, τους Πράσινους, ακόμα και με την Αριστερά -όταν αυτή είχε
διαχειριστικό ρόλο.
Η ομοφωνία που απαιτείται για τις
μείζονος σημασίας πολιτικές αποφάσεις καθιστά συνένοχες όλες τις φατρίες των
πολιτικών ελίτ της Ευρώπης. Αξίζει κανείς να συσχετίσει τις αποφάσεις του
Συμβουλίου Κορυφής που έφεραν την Ε.Ε. στη σημερινή κατάσταση με την «πολιτική
ταυτότητα» των κυβερνητών που τις ενέκριναν.
Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα
από την περίφημη «Ατζέντα 2010», η οποία δεν ήταν «καρπός» της γερμανικής
Δεξιάς αλλά «παιδί» του «γάμου» των Γερμανών Σοσιαλδημοκρατών με τους
Πράσινους.
Σήμερα οι πολιτικές ελίτ και οι
πρωθιερείς τους αποσιωπούν το γεγονός ότι όλα όσα είπαν στο Βερολίνο και στο
Παρίσι τα γνώριζαν πολλά χρόνια πριν. Κάποιοι μάλιστα πριν βρεθούν στους
σημερινούς θώκους τα κατήγγειλαν με σηκωμένο το δάκτυλο, μόλις όμως βρέθηκαν
στις σημερινές καρέκλες τους τα ξέχασαν.
Επίσης προσπερνούν τις εκκλήσεις
που έκαναν, από τη δεκαετία του ’90, νομπελίστες, άνθρωποι της επιστήμης, των
γραμμάτων και των τεχνών για τις συνέπειες που θα έχει η κατασκευασμένη στα
«εργαστήρια» εκδοχή της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Κρύβουν τη συνάντηση του Λιντάου.
Εκεί το 2014, σοβούσης της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, δεκαεφτά νομπελίστες
οικονομολόγοι συζήτησαν για την Ευρώπη.
Συντηρητικοί, οπαδοί της Θεωρίας
των Παιγνίων, ακόμη και φιλελεύθεροι διατύπωσαν τη διαφωνία τους για την
πολιτική της λιτότητας. «Η Μέρκελ ακολουθεί στην Ευρώπη μια εντελώς εσφαλμένη
πολιτική.
Η πορεία λιτότητας που έχει
επιβάλει θα οδηγήσει την ευρωζώνη σε βαθιά ύφεση» είχε προειδοποιήσει ο Ερικ
Μάσκιν.
Ο Τζέιμς Μίρλες, κάτοχος του
Νόμπελ Οικονομίας 1996, είχε πει ότι η Μέρκελ «έχει ήδη αντιληφθεί ότι το ευρώ
έχει κατασκευαστικά ελαττώματα, αλλά από αυτή τη διαπίστωση εξάγει εσφαλμένα
συμπεράσματα». «Η ευρωζώνη πλήττεται από μια ολέθρια πολιτική» δήλωνε ο Τζόζεφ
Στίγκλιτς.
Ούτε και η απειλή των λαϊκιστών
τούς ήταν άγνωστη. Μόλις πριν από λίγα χρόνια το Πανεπιστήμιο του Κιέλου είχε
δημοσιεύσει μία εργασία με τίτλο «Going to Extremes: Politics after Financial
Crises, 1870-2014».
Οι συντάκτες της, που είχαν
συγκεντρώσει στοιχεία για σχεδόν 100 χρηματοπιστωτικές κρίσεις και περισσότερες
από 800 εθνικές εκλογές σε 20 Δημοκρατίες από το 1870, διαπίστωσαν ότι τα
ακροδεξιά κόμματα είναι οι μεγαλύτεροι ωφελημένοι από τις οικονομικές
καταστροφές.
Διαπίστωσαν ότι μετά από μια
κρίση το ποσοστό των ψήφων που πηγαίνουν στα δεξιά κόμματα αυξάνεται κατά
περισσότερο από 30% και ότι οι κυβερνητικές πλειοψηφίες τείνουν να
συρρικνώνονται και η διακυβέρνηση να καθίσταται δύσκολη, καθώς όλο και
περισσότερα κόμματα και ομάδες κατά του κατεστημένου εισέρχονται σε νομοθετικά
σώματα.
Επομένως κανείς από τους ηγέτες
της Ε.Ε. δεν μπορεί να επικαλεστεί το ελαφρυντικό της άγνοιας. Ηξεραν τι έκαναν
και σε τι περιπέτειες έβαζαν την Ευρώπη. Και προχώρησαν.
Για αυτό κάποιοι σπουδαίοι
γραφιάδες χαρακτηρίζουν την άνοδο των λαϊκιστών, των εθνικιστών και της
Ακροδεξιάς ως απάντηση στην Υβρη του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος της Ευρώπης
σε βάρος των Ευρωπαίων πολιτών που δεν ανήκαν στην κάθε είδους ελίτ.
Η επιστροφή των πολιτικών
«φαντασμάτων», λένε, είναι η αναπότρεπτη απάντηση εκατομμυρίων Ευρωπαίων στις
ανιστόρητες και αλαζονικές ηγεσίες τους, που αρνούνταν συστηματικά να προσθέσουν
ψήγματα από τη γνώση του παρελθόντος στην πολιτική τους. Ηταν μια μορφή
Νέμεσης.
Και μάλλον έχουν δίκιο αφού οι
πολιτικές ελίτ με την κοντόφθαλμη πολιτική που εφάρμοσαν πρόσφεραν πεσκέσι στην
Ακροδεξιά και στους λαϊκιστές εκατομμύρια Ευρωπαίους.
Σήμερα όλη η ρητορεία με
επίκεντρο το «déjà vu», εκτός από την αφροσύνη, υποκρύπτει δειλία,
ανευθυνότητα, επιπολαιότητα και υποκρισία. Εκτός και αν όλες αυτές οι δημόσιες
εκκλήσεις δεν αποσκοπούν σε τίποτε άλλο παρά στο να παραμείνουν στην «καρέκλα».
Τότε σε όλους αυτούς τους χαρακτηρισμούς θα πρέπει να προστεθεί και ένας ακόμα:
αδίστακτοι.
*δημοσιογράφος, συγγραφέας
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου