Τετάρτη 3 Απριλίου 2019

Ψάχνοντας το χώμα της γης [μας]




Εξέχων παλαιός συνάδελφος [ενόσω ήταν μάχιμος πρότεινε πολλές λύσεις στους εκάστοτε δημάρχους, πράσινους και γαλάζιους, για τη βελτίωση του περιβάλλοντος στην Αθήνα, αλλά δεν εισακούστηκε] μου θυμίζει τι ακριβώς έγινε στην Κοπεγχάγη το 2011, όταν η πόλη υπέστη καταστροφικές πλημμύρες και έγινε επιτακτική η αναμόρφωσή της, με κρατική μέριμνα παρακαλώ και όχι με δημοτικά, εξυπνακίστικα, εργολαβικά «μπαλώματα».

Τι ακριβώς έκαναν; Πολλαπλασίασαν, με πληροφορεί, το χώμα και το πράσινο, ώστε να απορροφώνται εύκολα τα όμβρια ύδατα. Τι πιο απλό; Γιατί οι Δανοί να φαίνονται τόσο οξυδερκείς [απλοί είναι οι άνθρωποι] κι εμείς πνιγόμαστε σε μια κουταλιά νερό;

Κι εκεί υπάρχουν εργολάβοι που θέλουν να κάνουν τσιμέντινα έργα και να εισπράξουν τεράστια ποσά· υπάρχουν όμως εκεί και άνθρωποι που διαθέτουν τον κοινό νου και τον αφήνουν να λειτουργεί. Υπάρχει επίσης παιδεία και θεσμοί, που προστατεύουν το περιβάλλον, κόντρα στα κέρδη των τεχνικών εταιρειών και των μιζών που καρπούνται οι δήμαρχοι από την «αφθονία» του τσιμέντου. Στο μπετόν και στα κυβικά του «παίζεται» το χρήμα -κάτι που είναι σχεδόν κανόνας στην ελληνική πραγματικότητα [χυδαία και βάναυση με τόση διαπλοκή μεταξύ εργολάβων-δημάρχων].

Στην πρωτεύουσα της Δανίας έλαμψε και πάλι η ομορφιά αλλά και εξαπλώθηκε αίσθημα ασφάλειας, με επιβεβαιώνει η κόρη μου αυτή τη φορά που την επισκέπτεται συχνά, στους κατοίκους της -και ας μανιάζει όσο θέλει η φύση.

Στην πρωτεύουσα της Ελλάδας πρέπει να κάνεις πολλά χιλιόμετρα για να σκοντάψεις σε μια πράσινη νησίδα· ακόμη πιο δύσκολο να βρεις λίγο χώμα να πατήσεις, να έλθεις σε μια στοιχειώδη επαφή με τη γη -σε λίγα χρόνια είναι ζήτημα αν θυμόμαστε πώς αισθάνεται κανείς όταν πατάει το αρχέγονο χώμα.

Ο, ακόμη ευαίσθητος, συνάδελφος είχε επισημάνει σε όλους τους δημάρχους το [μέγα] πρόβλημα· εξ αυτών, μου λέει, μόνο ο Αντώνης Τρίτσης είχε δείξει να το αντιλαμβάνεται και μάλιστα να φρίττει από την τόση έλλειψη πρασίνου και χώματος -τον καταβρόχθισαν και αυτόν τα μεγάλα συμφέροντα. Καημένη χώρα. Ολες οι πλατείες είναι από τσιμέντο ή πλακόστρωτες. Χώμα και λουλούδια θα συναντήσει κανείς μόνο σε κανένα μικρό συνοικιακό αλσάκι και εκεί λόγω δημοτικής ακηδίας, όχι από περιβαλλοντική γνώση και μέριμνα για τα παιδιά. Τα παιδιά δεν ξέρουν σχεδόν τι είναι το χώμα αφού οι αυλές των σχολείων είναι τσιμεντοστρωμένες και μάλιστα κατόπιν σοβαρής «επιστημονικής» [τρομάρα τους] εισήγησης. Στα χώματα και τις λάσπες θα ωριμάσουν τα τέκνα μας; Οχι δα.

Πώς θα δείξουμε ότι ξεφύγαμε από τα [λασπερά] χωριά μας και πώς θα διαλαλήσουμε την επαφή μας με τον «πολιτισμό» του τέλους του εικοστού και των αρχών του εικοστού πρώτου αιώνα; Μας αρέσει να τρώμε όσπρια λ.χ. [αν και δεν νομίζω να ισχύει για πολλούς αυτό], έχουμε άγνοια όμως πώς, διάολε, φτάνουν στο πιάτο μας, από πού προέρχονται, πώς καλλιεργούνται, αν φυτρώνουν μόνα τους, αν είναι καρποί δέντρων, εάν είναι χημικά παρασκευάσματα -πλήρης η άγνοια των πολλών παιδιών.

Μη λησμονούν οι ιθύνοντες ότι η Αθήνα είναι μια λεκάνη χωρίς μέριμνα και άρα δυνατότητα απορροής των υδάτων. Λίγο νιονιό χρειάζεται. Να γνωρίζουν αυτοί οι«ιθύνοντες» τη μυρωδιά του χώματος;      

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *