Πέμπτη 16 Ιουλίου 2020

Καλοκαιρινή καταιγίδα




Η επικοινωνιακή δεινότητα της κυβέρνησης μπορεί μέχρι στιγμής να την έχει κρατήσει «στεγνή» από πολιτικό κόστος, ωστόσο είναι πολύ μικρή για να τη σώσει από την καταιγίδα που πλησιάζει τη χώρα.

Τα ζητήματα που καλείται να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση είναι προφανές ότι υπερβαίνουν το μπόι της, όχι μόνο το δικό της αλλά οποιασδήποτε κυβέρνησης θα είχε την «ατυχία» να κάτσουν τρία τόσο μεγάλα προβλήματα στη βάρδια της:

 Η προστασία του πληθυσμού από την πανδημία.

 Η διάσωση της οικονομίας η οποία πλήττεται ακόμη πιο σκληρά από τις συνέπειες του κορωνοϊού.

 Η τουρκική δεδηλωμένη ξεκάθαρη απόφαση για έρευνες και γεωτρήσεις νότια της Κρήτης, σε θαλάσσιες περιοχές δηλαδή, ελληνικής κυριαρχίας.

Καραντίνα τέλος…

Η «γραμμή» που εκπέμπεται διεθνώς σε σχέση με τα μέτρα που ένα κράτος καλείται να λάβει για την αντιμετώπιση της διασποράς του ιού, αποκλείει το γενικό κλείσιμο καθώς το οικονομικό κόστος είναι ανυπέρβλητο. Έτσι, σιγά – σιγά και στην Ελλάδα, η κυβερνητική «γραμμή» μας προτρέπει να συνηθίσουμε να ζούμε με τον κορωνοϊό, μέχρι τουλάχιστον να βρεθεί το φάρμακο ή το εμβόλιο.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η απόφαση που έχει ληφθεί για το άνοιγμα της αγοράς και του τουρισμού συνεπάγεται μετά βεβαιότητας την αύξηση των κρουσμάτων και, ενδεχομένως, όπως λένε οι ειδικοί, το ξέσπασμα ενός δεύτερου κύματος της πανδημίας.

Σε μια τέτοια περίπτωσή τα ερωτήματα που θα προκύψουν έχουν να κάνουν με το πώς αξιοποιήθηκε ο χρόνος που κερδήθηκε με την πετυχημένη ελληνική καραντίνα. Αξιοποιήθηκε για επενδύσεις στην υγεία; Προετοιμάστηκαν οι υποδομές για την αντιμετώπιση του πιθανού ξεσπάσματος του αναμενόμενου δεύτερου κύματος; Το άνοιγμα της τουριστικής αγοράς ισοφαρίζει το κόστος που μπορεί να συνεπάγεται μια νέα έξαρση της επιδημίας;

Πρόκειται για ερωτήματα που συνεπάγονται πολιτικό κόστος όταν έρθει η ώρα του λογαριασμού, ο οποίος θα φτάσει στα χέρια της κυβέρνησης περί το τέλος του καλοκαιριού…

Ποιος πληρώνει…

Σε συνάφεια με τα προηγούμενα, η τύχη της κυβέρνησης βρίσκεται στις Βρυξέλλες και εξαρτάται από τις αποφάσεις που εκεί θα ληφθούν για το πώς θα επιμεριστεί μεταξύ των εταίρων η οικονομική ζημιά που προκαλεί η πανδημία. Ειδικότερα, οι εταίροι ακόμη διαπραγματεύονται – και δεν έχουν καταλήξει, δύο μέρες πριν από τη Σύνοδο Κορυφής το ερχόμενο Σαββατοκύριακο – ποιος θα πληρώσει, πόσα και με ποιους όρους.

Όπως είναι γνωστό, οι «πλούσιοι» από τους εταίρους δεν θέλουν να δώσουν τζάμπα χρήμα στους φτωχότερους και απαιτούν δανειακές συμβάσεις και μνημόνια για κάθε ευρώ που θα χρησιμοποιείται από το ταμείο ανασυγκρότησης το οποίο έχει αποφασιστεί ότι θα δημιουργήσουν.

Για την ελληνική κυβέρνηση, είναι προφανές ότι μια απόφαση των Ευρωπαίων εταίρων που θα την υποχρεώνει σε νέο δανεισμό προκειμένου να βρει τρόπους ανακούφισης της ελληνικής οικονομίας από τα πλήγματα του κορωνοϊού, εκτός του ότι είναι ασήκωτο βάρος για την επιβαρυμένη ελληνική οικονομία, αποτελεί ταυτόχρονα και πλήγμα στο κυβερνητικό αφήγημα. «Άρρωστοι» από Covid-19, με ελλιπή ιατροφαρμακευτική φροντίδα και κατεστραμμένοι ή εξουθενωμένοι οικονομικά, οι πολίτες της χώρας ολοένα και περισσότερο θα δυσκολευτούν να παραμυθιαστούν από τις…μπουλντόζες της ανάπτυξης στο Ελληνικό ή την Κασσιόπη…

Καθώς, μάλιστα, όπως αποδεικνύει η ιστορία των «συμβιβασμών» στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι κανόνας ότι το μάρμαρο το πληρώνουν οι αδύναμοι, θα πρέπει να θεωρούμε ήδη ως δεδομένο ότι την όποια τυχόν οικονομική «βοήθεια» εξασφαλίσει η κυβέρνηση θα την πληρώσουμε πανάκριβα. Κι αυτό δεν κρύβεται από καμία επικοινωνιακή ομπρέλα, όσο μεγάλη κι αν είναι…

Σοφία… ορθή

Αν το ζήτημα της πανδημίας και των οικονομικών συνεπειών ήταν κάτι που δεν μπορούσε να προβλέψει, αλλά απλώς και μόνο να χειριστεί η κυβέρνηση, δεν ισχύει το ίδιο για το τσουνάμι που πιθανότατα θα ξεσπάσει στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αν και είχε πριν από την εκλογική της νίκη όλα τα δεδομένα στα χέρια, υποτίμησε και αγνόησε εγκληματικά τη νέα φάση στην οποία έχει οδηγήσει η Τουρκία τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η συμπύκνωση των τουρκικών προθέσεων βρίσκεται στην απόφαση του Ερντογάν για τη μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος: Έχοντας ξεκαθαρίσει ο Πρόεδρος της Τουρκίας τι ακριβώς ζητά (ελληνικά νησιά χωρίς ΑΟΖ, πράγματα δηλαδή που συνεπάγονται τεράστιο πολιτικό κόστος για την όποια ελληνική κυβέρνηση) ταυτόχρονα με την απόφαση για την Αγία Σοφία υπονομεύει και όποια αξιοπρεπή διαφυγή της Αθήνας μέσω ενός διαλόγου. Πώς μπορεί να προσέλθει σε ανοιχτές συνομιλίες αυτήν τη στιγμή η ελληνική κυβέρνηση με δεδομένη την κίνηση του Ερντογάν να κάνει τζαμί την Αγία Σοφία;

Είναι προφανές ότι ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει επιλέξει να πολιτευτεί , αποκλείει την όποια εσωτερική συνεννόηση μεταξύ των «συγγενών» τουλάχιστον πολιτικών δυνάμεων. Έτσι, παρά το γεγονός ότι τόσο το ΠΑΣΟΚ (ΚΙΝΑΛ) όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν συναφείς αντιλήψεις περί των ελληνοτουρκικών με την κυβέρνηση, καθότι «σφυρηλατήθηκαν» από τους ίδιους αμερικανικούς, ΝΑΤΟϊκούς και ευρωενωσιακούς μηχανισμούς, δεν πρόκειται να αναλάβουν το παραμικρό μερίδιο πολιτικού κόστους που συνεπάγονται διευθετήσεις (παραχωρήσεις) στα ελληνοτουρκικά. Αν και οι ευθύνες όσων έχουν κυβερνήσει στο παρελθόν είναι τεράστιες γι’ αυτό που πιθανότατα θα συμβεί, θα την πληρώσει αυτός που «θα κάτσει η στραβή στη βάρδια του».

Μόνο που, στην προκειμένη περίπτωση, μια πιθανή ζημιά στα ελληνοτουρκικά δεν μπορεί να ξεπληρωθεί μόνο από μια κυβέρνηση…
     

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *