γράφει ο Γιώργος Καρελιάς
Οι υπουργοί δεν έχουν την ίδια
ποινική αντιμετώπιση με τους άλλους πολίτες. Για να ασκηθεί δίωξη εναντίον
τους, πρέπει να δώσει την έγκρισή της η Βουλή. Αυτό είναι ευνοϊκό για τους
ίδιους, αφού η «συναδελφική αλληλεγγύη» μπορεί να εκδηλωθεί ακόμα και σε καταφανείς
περιπτώσεις που χρειάζονται διερεύνηση. Από την άλλη μπορεί να είναι και
αρνητικό, επειδή μπορεί να υπερισχύσουν οι πολιτικο-κομματικές σκοπιμότητες και
να (δια)συρθούν σε παραπομπές και δίκες πρόσωπα που έχουν μπει στο στόχαστρο.
Με απλά λόγια, αν ένα πολιτικό πρόσωπο εντοπισθεί να εμπλέκεται σε κάποια
υπόθεση, ο εισαγγελέας που ερευνά δεν μπορεί να προχωρήσει και υποχρεούται να
στείλει την υπόθεση στη Βουλή.
Ο πρόλογος χρειαζόταν για να
μπούμε στη σκανδαλώδη υπόθεση της Folli Follie και την φερόμενη εμπλοκή τριών
πρώην υπουργών κι ενός βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ. Η εμπλοκή προέκυψε όταν η εταιρεία,
που έκανε τον έλεγχο, εντόπισε εσωτερική ηλεκτρονική αλληλογραφία, στην οποία
ένας υπάλληλος της ελεγχόμενης ενημερώνει το αφεντικό του ότι υπουργοί της
προηγούμενης κυβέρνησης «έδειχναν ενδιαφέρον» για την κλυδωνιζόμενη τότε(2018)
Folli Follie. Αυτό από μόνο του μπορεί να μη λέει τίποτα, μπορεί να λέει και
πολλά. Σε κάθε περίπτωση χρήζει ελέγχου. Κι επειδή ο αρμόδιος εισαγγελέας δεν
μπορεί να το κάνει, θα διαβιβάσει στη Βουλή το σκέλος που αφορά τα πολιτικά
πρόσωπα.
Εδώ αρχίζει η πολιτική διάσταση
του θέματος. Το ότι η κυβέρνηση θα εκμεταλλευόταν την αποκάλυψη των emails δεν
προκαλεί καμιά εντύπωση. Ακόμα κι αν το κάνει για να αλλάξει την δυσμενή γι’
αυτήν ατζέντα, όπως λέει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν κάνει κάτι το παράδοξο ή αθέμιτο. Το
έκανε στο πρόσφατο παρελθόν και ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν είχαν εμφανιστεί στοιχεία για
εμπλοκή αντιπάλων του σε σκανδαλώδεις υποθέσεις. Ετσι είναι το πολιτικό
παιχνίδι.
Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που
εμπλέκονται σήμερα είναι υποχρεωμένα να δώσουν εξηγήσεις. Να απαντήσουν
πειστικά αν επιχείρησαν να καθυστερήσουν ή να εμποδίσουν την έρευνα της
Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως διαφαίνεται από όσα αναφέρονται στα ηλεκτρονικά
μηνύματα. Επαναλαμβάνω: τα μηνύματα αυτά τα έγραψε ένας υπάλληλος της
ελεγχόμενης εταιρείας, που μπορεί να ήθελε να πουλήσει εκδούλευση στο αφεντικό
του. Όμως, αυτά που λέει πρέπει να διερευνηθούν.
Γι’ αυτό τα εμπλεκόμενα στελέχη
του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αρκεστούν στην παροχή πλήρων και πειστικών εξηγήσεων. Οι
απειλές για μηνύσεις δεν έχουν νόημα. Αλλωστε, η εμπλοκή τους δεν προέκυψε από
τα δημοσιεύματα. Τα μέσα ενημέρωσης έκαναν αναπαραγωγή όσων προέκυψαν από την
ελεγκτική έρευνα, που έφτασαν στον εισαγγελέα. Σε κάθε παρόμοια περίπτωση το
ίδιο γίνεται. Από τη στιγμή που ο εισαγγελέας δεν μπορεί να ερευνήσει για να
αποφανθεί αν τα στοιχεία είναι αξιόλογα, αλλά υποχρεούται να τα στείλει στη
Βουλή, παίζεται το παιχνίδι των εντυπώσεων. Ετσι γινόταν και όταν κυβερνούσε ο
ΣΥΡΙΖΑ, έτσι γίνεται και τώρα που είναι στην αντιπολίτευση. Και έτσι θα
συνεχίσει να γίνεται όσο θα ισχύει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, που αναθέτει
την έρευνα στη Βουλή.
Εν κατακλείδι: ανεξάρτητα από το
βαθμό εκμετάλλευσης που κάνουν οι πολιτικοί τους αντίπαλοι, τα εμπλεκόμενα στην
υπόθεση στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν μόνο μια επιλογή. Να δώσουν σαφείς και
πειστικές απαντήσεις. Και να αφήσουν στην άκρη τις απειλές για μηνύσεις. Θα
έχουν καιρό γι’ αυτές, αν η υπόθεση διερευνηθεί και δικαιωθούν.
Ακόμα κι αν αισθάνονται ότι είναι
θύματα σκοπιμοτήτων, δεν μπορεί να γίνει κάτι άλλο. Στην πολιτική αυτό είναι
κανόνας. Δίκαιη αντιμετώπιση δεν υπάρχει. Το έχει πει πολύ καλά ο πρώην πρωθυπουργός
της Βρετανίας Τζον Μέιτζορ: «Αν ζητάς δίκαιη αντιμετώπιση, δεν πρέπει να
ασχοληθείς ούτε με την πολιτική ούτε με τη δημοσιογραφία»
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου