Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Αγιοτόκος, ηρωοτόκος και ρουφιανοτόκος.

Γράφει ο Μιχάλης Στρατάκης
Αυτή η χώρα τρεις κατηγορίες ανθρώπων παράγει εν αφθονία. «Αγίους», «ήρωες» και ρουφιάνους. Τους ρουφιάνους δεν τους βάζω σε εισαγωγικά γιατί αποτελούν τη μόνη κατηγορία που δεν είναι δήθεν. Οι άλλες δύο είναι και παραείναι. Δεν αναφέρομαι στα χρόνια εκείνα τα παλιά που αφενός δεν τα έζησα και άρα δεν δικαιούμαι να τα κρίνω και αφετέρου πρέπει να γέννησαν πραγματικούς αγίους και πραγματικούς ήρωες. Εάν δεν ήταν πραγματικοί δεν θα έφταναν τα ονόματά τους στις μέρες μας έτσι όπως έφτασαν. Στην διαδρομή των χρόνων θα είχαν ξεθωριάσει ή και θα είχαν σβήσει εντελώς.

Εγώ μιλώ για την εποχή μου στην οποία οι πάντες και τα πάντα τείνουν να «ιεροποιηθούν» και να «αγιοποιηθούν». Πολύ εύκολα ο νεοέλληνας λέει στον παπά που πριν καθίσει στο τραπέζι είναι τύφλα στο μεθύσι «πάτερ άγιε ευλόγησον». Και ο «άγιος πατήρ» -τρομάρα του- αυτό το σύνθημα περιμένει για να αρχίσει να «ευλογεί»το καρτούτσο που έχει μπροστά του. Μόνο στην Ελλάδα δεν μας αρκεί ο Άγιος Θεός και η Παναγία. Χρειαζόμασταν και υπερθετικά της αγιοσύνης βαθμό. Γι αυτό διαθέτουμε και τον Παναγιότατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης. Τα πάντα στη χώρα μας είναι «ιερά». Μέχρι και οι στέρνες παράγουν «αγιάσματα».

Τα «ιερά προσκυνήματα» είναι περισσότερα από τα χαράκια. Οι «ιερές εικόνες» συχνά πυκνά «δακρύζουν», «ιδρώνουν», «ματώνουν». Όπου να 'ναι θα αρχίσουν να μεγαλώνουν και τα γένια κάποιου αγίου. Τα θαύματα διαδέχονται το ένα το άλλο με απίστευτη συχνότητα. Όπως και να το κάνουμε είμαστε η χώρα των θαυμάτων, των θαυματοποιών και θαυματόπληκτων. Για παράδειγμα, δεν ξεκινά ποτέ ελληνική στρατιωτική δύναμη καμιά επιχείρηση σε ξένη χώρα, εάν προηγουμένως ο παπάς δεν «αγιάσει» τα όπλα και πολεμοφόδια. Αγιασμοί, τρισάγια, ευχέλαια, δοξολογίες, τα πάντα. Για να δώσει ο Θεός δύναμη στους δικούς μας να μπορέσουν να μακελέψουν τους άλλους. Για να δώσει η Παναγία ευθυβολία στα βλήματα και να σκάνε ακριβώς στο στόχο. Εκεί όπου υπάρχουν άλλοι άνθρωποι. Που κι αυτοί μπορεί να πιστεύουν στον ίδιο Θεό που πιστεύουμε κι εμείς.
Αλλά βλέπετε όλα τα οπλικά συστήματα, όχι μόνο τα δικά μας αλλά όλων των χωρών της γης, βαφτίζονται «αμυντικά». Ποτέ δεν άκουσα κανέναν να μιλά για επιθετικά όπλα. Όλα αμυντικά είναι. 
Και οι Αμερικάνοι που μακελεύουν χώρες που βρίσκονται χιλιάδες μίλια μακριά από τη χώρα τους «αμυντικά» όπλα χρησιμοποιούν. «Αμυντικές» ήταν και οι ατομικές βόμβες που ρίξανε στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι. Όλες οι χώρες Υπουργείο «Εθνικής Άμυνας» έχουν. Μέχρι και ο Χίτλερ τέτοιο υπουργείο είχε. Αυτά λοιπόν τα «αμυντικά όπλα», πρέπει οπωσδήποτε να γίνουν «ιερά», να «αγιαστούν».
Θυμάμαι εκείνο το ανατριχιαστικό εμβατήριο που τραγουδούσαν οι Έλληνες φαντάροι, αποτίοντας φόρο τιμής σε όσους συμμετείχαν στο εκστρατευτικό σώμα που είχε σταλεί στην Κορέα, για να «συνετίσει» τους Κορεάτες:
«Και ο στρατός μας που πήγε στην Κορέα
πολεμώντας για τα ιδανικά,
είχε βάψει τους κίτρινους στο αίμα,
δείχνοντάς τους τι θα πει ελευθεριά»!

Αλήθεια, ποιο διεστραμμένο μυαλό είχε συλλάβει αυτό το εμβατήριο και ποια άλλα διεστραμμένα μυαλά υποχρέωναν επί δεκαετίες τους Έλληνες φαντάρους να τραγουδούν το εμετικό κατασκεύασμα; Ήταν κι εκείνος ο πόλεμος ένας «ιερός πόλεμος». Γιατί είπαμε, τα πάντα είναι «ιερά» σ' αυτή τη χώρα. Και όποιος τολμήσει να αρθρώσει λόγο αμφισβήτησης περί αυτού, αυτομάτως καταχωρίζεται στον κατάλογο των «αντεθνικών σκεπτόμενων» και των «μιασμάτων». Τώρα, το ότι τουλάχιστο μέχρι πρότινος κατά μιλιούνια γινόντουσαν κάποιοι παπάδες ή καλόγεροι, μόνο και μόνο για να μην υπηρετήσουν τη θητεία τους στο στρατό, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Αφού γινόντουσαν παπάδες για να μην υπηρετήσουν, έπαιρναν μετά την αγιαστούρα και «ευλογούσαν» τα «κορόιδα» που υπηρετούσαν τη θητεία τους και εξετίθεντο σε μύριους όσους κινδύνους. Οποίος παραλογισμός!
Δεν έχουμε όμως μόνο την «αγιοποίηση» έχουμε και την «ηρωοποίηση» των πάντων σε αυτήν την έρμη χώρα.

Κάποτε συγκρούστηκα άσχημα με τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης επειδή ρίγη συγκίνησης τον καταλάμβαναν κάθε φορά που έβλεπε στην εκκλησία στρατιωτική αντιπροσωπία. Η προσφώνησή του καθιερωμένη: «Ενδοξότατοι Στρατηγοί». Από πού κι ως πού «ενδοξότατοι»; τον ρωτούσα. Φυσικά απαξιούσε να μου απαντήσει. Δηλαδή αν οι σημερινοί στρατηγοί που δεν έχουν ακούσει στη ζωή τους ούτε μια ντουφεκιά σε πραγματική μάχη είναι «ενδοξότατοι», τότε τι ήταν ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης και όλοι οι άλλοι που δεν είχαν ποτέ την τύχη να ακούσουν κάποιον μητροπολίτη να τους προσφωνεί έτσι; Ο Παναγιότατος από τη μια, οι ενδοξότατοι από την άλλη και στη μέση οι σιωπηλότατοι πολίτες. 

Έχω ανοίξει κατά καιρούς άπειρα μέτωπα με αυτούς που επιμένουν να «ηρωοποιούν» τους πάντες και να τους παραχωρούν μύρια όσα εξωφρενικά προνόμια που προκαλούν το αίσθημα του λαού.
Αποτελώ γι αυτούς «κόκκινο πανί» γιατί επιμένω να φωνάζω από όποιο μικρόφωνο -ραδιοφωνικό ή τηλεοπτικό- διαθέτω, αλλά και μέσα από τον έγχαρτο τύπο συγκεκριμένα πράγματα, χρόνια τώρα. Όπως:
1ον. Είναι απαράδεκτο να πληρώνει ο λαός για να κυκλοφορούν χιλιάδες κούρσες που μεταφέρουν ανώτατους -και όχι μόνο- αξιωματικούς σε κάθε μετακίνησή τους, από τη μονάδα τους μέχρι το σπίτι τους και από τις εκδρομές τους μέχρι τη στρατιωτική λέσχη.
2ον. Είναι απαράδεκτο τα παιδιά του λαού που υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία, να μετατρέπονται σε ορντινάντσες των αξιωματικών και σε προσωπικούς οδηγούς τους υπηρετώντας όχι μόνο τους ίδιους αλλά και τους συγγενείς τους σε κάθε χαμαλοδουλειά.
3ον. Είναι απαράδεκτο να εξακολουθούν να υπάρχουν μαντρωμένες παραθαλάσσιες εκτάσεις στις οποίες δικαιούνται να κάνουν μπάνια και να περνούν τις διακοπές τους αποκλειστικά και μόνο τα «στελέχη» των ενόπλων Δυνάμεων και τα συμπεθεριά τους και να απαγορεύεται δια ροπάλου να πλησιάσει την περιοχή ένας απλός πολίτης, επειδή η περιοχή είναι χαρακτηρισμένη ως «στρατιωτική». Και είναι ακόμα πιο εξωφρενικό το ότι το «υπηρετικό προσωπικό» σε αυτές τις εγκαταστάσεις απαρτίζεται αποκλειστικά σχεδόν από φαντάρους, η αποστολή των οποίων είναι να εξασφαλίζουν την καλοπέραση των «στελεχών» και των συμπεθεριών τους.
4ον. Είναι απαράδεκτο να συνεχίζουν να λειτουργούν ακραιφνώς στρατιωτικά νοσοκομεία, άλλα για το στρατό, άλλα για το ναυτικό και άλλα για την αεροπορία και σε αυτά να μην έχουν δικαίωμα νοσηλείας οι πολίτες, που με τους φόρους που πληρώνουν χτίζονται και λειτουργούν αυτά τα νοσοκομεία.
5ον. Είναι απαράδεκτο να συνεχίζουν να υπάρχουν Λέσχες Αξιωματικών, εκατοντάδες σ' ολόκληρη τη χώρα, οι οποίες λειτουργούν και συντηρούνται από τους φορολογούμενους πολίτες.
6ον. Είναι απαράδεκτο όλα αυτά τα προκλητικά προνόμια να ακολουθούν τον ένστολο ακόμα και μετά τη συνταξιοδότησή του.

Αυτά και πολλά άλλα εξίσου απαράδεκτα βρίσκονται διαρκώς στο στόχαστρό μου. Και όλα αυτά μπορούν να πάψουν να υφίστανται εάν η πολιτεία προχωρήσει θαρραλέα σε μια πολύ απλή λύση: Να αυξήσει τους μισθούς των στρατιωτικών στο ύψος που πραγματικά δικαιούνται και να βάλει ένα οριστικό τέλος σε αρρωστημένες νοοτροπίες του παρελθόντος που εξακολουθούν να διακατέχουν τους σύγχρονους «ενδοξότατους» και τα συμπεθεριά τους. 

Και έρχομαι στο τρίτο προϊόν που παράγει σε αφθονία τούτη η χώρα. Στους ρουφιάνους.
Για πάρα πολλά χρόνια που, σε καθημερινή βάση, στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» διατηρούσα ένα δισέλιδο με τον τίτλο «Παραπολιτικά», οι εν λόγω αποτελούσαν τους μόνιμους άμισθους και... ορκισμένους συνεργάτες μου. Μόνο εγώ γνωρίζω πόσες στρατιές πληροφοριοδοτών είναι απαραίτητοι για να εξασφαλίζεται καθημερινά η πρώτη ύλη για το γέμισμα δύο σελίδων. Ε, λοιπόν όχι απλώς δεν πέρασε μέρα, στα τόσα χρόνια, που να αντιμετώπισα πρόβλημα επάρκειας πληροφοριών, αλλά απεναντίας πολλές φορές αισθανόμουν ότι όχι δύο, αλλά δέκα σελίδες αν είχα στη διάθεσή μου, πάλι δεν θα επαρκούσαν για να δημοσιεύσω όλες τις πληροφορίες που βροχηδόν έφταναν στα αυτιά μου. Και δεν μιλάμε για συνήθεις δημοσιογραφικές πληροφορίες, όπως αυτές που συγκροτούν το ρεπορτάζ. Μιλάμε για κανονικότατα «καρφώματα» του ενός κατά του άλλου, των μεν κατά των δε και των «δικών μας» κατά των «ξένων». Πληροφορίες σε όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου και του μαύρου. Καρφώματα που ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα ή ήταν κατασκευασμένα και σκοπίμως διοχετευόντουσαν σε μένα με στόχο να πληγεί κάποιος πολιτικός ή έστω κομματικός αντίπαλος.

Διότι, αυτό που διδάχτηκα στα τόσα χρόνια που νταλαβεριζόμουν με τους εν λόγω ρουφιάνους, είναι το ότι όταν κάποιος συνηθίσει στη ρουφιανιά, του είναι αδύνατο μια μέρα να μη πάρει την «πρέζα» του. Και αν δεν έχει πραγματική πληροφορία να δώσει, κατασκευάζει πληροφορίες.
Αυτός είναι κανόνας στην τάξη των περί ων ο λόγος. Ο ρουφιάνος αισθάνεται ότι ανεβαίνει η αξία των μετοχών του στο πολιτικοκομματικό χρηματιστήριο. Όσο πιο πολύ ρουφιάνος γίνεται, τόσο περισσότερο ανεβαίνουν οι μετοχές του. Βεβαίως δεν μιλώ για κείνους τους ανθρώπους που δίνουν συγκεκριμένες και ανταποκρινόμενες στην αλήθεια πληροφορίες στους δημοσιογράφους, προκειμένου να τους στρέψουν προς την σωστή κατεύθυνση κατά την έρευνα που αυτοί διεξάγουν για κάποιο θέμα. 
Μιλώ για κείνους που αναζητούν απεγνωσμένα τρόπους να χτυπήσουν πισώπλατα τους αντιπάλους τους, ακόμα και αν αυτοί βρίσκονται στο ίδιο κόμμα με αυτούς.Τέτοιους, τούτη η χώρα παράγει άφθονους. Και είμαι βέβαιος ότι αυτή η ρουφιανοπαραγωγή δεν παρατηρείται μόνο στο δημοσιογραφικό χώρο, αλλά έχει να κάνει και με τους μηχανισμούς της εξουσίας σε όλους τους τομείς που αυτή αναπτύσσεται. Άλλωστε, μη γελιόμαστε. Χωρίς την ύπαρξη των ρουφιάνων, η εξουσία δεν μπορεί να σταθεί όρθια. Τους έχει ανάγκη και την έχουν ανάγκη. Χωρίς αυτήν αυτοί δεν μπορούν να ζήσουν και χωρίς αυτούς, αυτή δεν μπορεί να ζήσει.

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *