Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Ο 20ός πελάτης





Η μέρα δεν ξεκίνησε καλά. Ηταν από αυτές που δεν προλαβαίνεις να ανοίξεις τα μάτια σου και το ένα χτύπημα έρχεται πίσω από το άλλο: η καφετιέρα αρνούνταν να κάνει καφέ, οι φρυγανιές είχαν τελειώσει και τα ροδάκινα στο ψυγείο χάλασαν όλα μαζί. Μα γιατί υπάρχουν τα ψυγεία;

Είπε στην αρχή να μη δώσει σημασία. Καφέ θα έπαιρνε στον δρόμο. Τι πείραζε που τον εκνεύριζε να βλέπει ανθρώπους να περπατούν υπνωτισμένοι με ένα χάρτινο –ή χειρότερα, πλαστικό– ποτήρι ρουφώντας γουλιά γουλιά το τονωτικό τους; Ιδιοτροπία, το παραδεχόταν. Αλλά να, για ’κείνον ο καφές, με κάτι νόστιμο στο πλάι, ήταν μια μικρή πολυτέλεια της ρουτίνας, για το μισάωρο που χρειαζόταν μέχρι να γίνει λειτουργικός.

Αλλά το κακό δεν τελείωσε εκεί. Δεν πρόλαβε να βγει από το μπάνιο και, ούτε που κατάλαβε πώς, βρέθηκε μπρούμυτα φαρδύς-πλατύς στον διάδρομο. Κατακόκκινα και πονεμένα γόνατα, πλάτη που πονούσε από το τράνταγμα και παλάμες να τρέμουν. Τις είχε βάλει ασυναίσθητα για στήριγμα. Και ευτυχώς, γιατί θα μπορούσε να έχει σπάσει και καμιά μύτη.

Πάγο στα γόνατα, ένα παυσίπονο για να ξεγελάσει τον πόνο, ντύθηκε και έφυγε για το ταξιδιωτικό γραφείο.

Τι μέρα…

Δέκα τηλεφωνήματα και άλλα τόσα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου μέσα στην πρώτη ώρα και όλα από πελάτες παραπονούμενους. Επιστράτευσε όση ευγένεια είχε –περισσότερη από αυτήν που επέτρεπε η κατάστασή του–, μίλησε, εξήγησε, έψαξε, αναζήτησε τυχόν λάθη, βρήκε λύσεις, οι παρεξηγήσεις λύθηκαν. Ολα καλά με τους πρώτους δεκαεννέα.

Αλλά, βρέθηκε και ένας εικοστός.

Η φωνή στο τηλέφωνο προϊδέαζε για την επερχόμενη θύελλα.

- Δεν πρόκειται ποτέ ξανά να εμπιστευθώ την εταιρεία σας. Είστε κλέφτες και απατεώνες.

- Μα, τι λέτε, κύριε. Ποιο είναι το πρόβλημα, εξηγήστε μου. Ισως μπορώ να βοηθήσω.

- Παπαδόπουλος λέγομαι. Από το γραφείο σας έκλεισα τις διακοπές μου. Τίποτα δεν ήταν όπως υποσχεθήκατε.

- Παρακαλώ, περιμένετε να δω τον φάκελό σας.

Βρήκε τον εν λόγω κύριο, τις ημερομηνίες των διακοπών, τα εισιτήρια, το ξενοδοχείο. Ολα έμοιαζαν τέλεια: πρώτη θέση στο αεροπλάνο, ξενοδοχείο πέντε αστέρων, αυτοκίνητο από και προς το αεροδρόμιο, δωρεάν γεύματα, μια προσφορά για ιδιωτική ξενάγηση σε μουσείο.

- Εξηγήστε μου, παρακαλώ, τι πήγε στραβά.

- Τι να σου εξηγήσω, άνθρωπέ μου. Αλλα περίμενα και άλλα βρήκα, η φωνή γινόταν όλο και πιο άγρια.

Υπομονή και βαθιές ανάσες, ο υπάλληλος.

- Δεν σας εξυπηρέτησαν στο ξενοδοχείο; Το δωμάτιο δεν ήταν αυτό που είδατε στην μπροσούρα; Πώς ήταν το φαγητό;

- Δεν έφταιγε αυτό. Αλλο ήταν το πρόβλημα, ξεφώνισε ο πελάτης μέσα από το καλώδιο.

- Συνέβη κάτι με τις θέσεις στο αεροπλάνο; Δεν σας φρόντισαν οι συνοδοί; Δεν ήρθε αυτοκίνητο να σας παραλάβει;

- Ούτε αυτό έφταιγε.

- Μα, κύριε, προσπάθησε να ψελλίσει ο υπάλληλος, με τα γόνατά του να του ρίχνουν σουβλιές, το γραφείο μας φαίνεται να ανταποκρίθηκε στις απαιτήσεις σας. Ο,τι διαφημίσαμε το προσφέραμε.

- Τι λες, ρε ψεύτη, καραγκιόζη! Αγρίεψε ο πελάτης. Η μεγαλύτερη υπόσχεση δεν υλοποιήθηκε ποτέ.

- Ανοιξε το φυλλάδιο, διέταξε τον υπάλληλο.

Ανοιξε το φυλλάδιο ο υπάλληλος που είχε αρχίσει να δαγκώνεται για να μη μιλήσει.

- Τι λέει στη δεύτερη σελίδα; «Κάντε πραγματικότητα όσα ονειρευτήκατε», έτσι δεν λέει;

- Μάλιστα. Αυτό λέει. Τι ήταν αυτό που ονειρευτήκατε και δεν έγινε πραγματικότητα;

- Ηθελα να τα ξαναβρούμε με τη γυναίκα μου, να με ερωτευτεί ξανά, όπως παλιά. Μόλις γυρίσαμε από τις διακοπές με άφησε, είπε κι άρχισε να κλαίει.

Ο υπάλληλος συγκρατήθηκε και δεν μίλησε. Πάνω που θυμήθηκε την Τζένη Καρέζη σ’ εκείνη την ταινία να λέει στον Αλέκο Αλεξανδράκη «Αϊ στο διάολο, πρωί πρωί», τον λυπήθηκε. Προσπάθησε να τον καθησυχάσει και του έκανε μια προσφορά με έκπτωση για τις επόμενες διακοπές του.

Μετά ήπιε ακόμη ένα παυσίπονο.

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *