Γράφει η Μαριάννα Τζιαντζή
Λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση, μια
εργαζόμενη φίλη, που μεγάλωνε μόνη το παιδί της, πήρε ένα χαμηλότοκο δάνειο από
τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας και επιτέλους απέκτησε δικό της σπίτι.
Ενα μικρό τριάρι σε μια
πολυκατοικία του 1960 στην Κυψέλη. Καινούργια ζωή, καινούργια έπιπλα από το
ΙΚΕΑ.
Της ζήτησα να μου περιγράψει το
διαμέρισμα και τη γειτονιά. Τίποτα το ιδιαίτερο, όμως το πρόσωπό της φωτίστηκε
όταν μου μίλησε για το πελώριο δέντρο στον ακάλυπτο. «Ξέρεις τι ωραίο που είναι
να πίνεις το πρωί τον καφέ σου και να βλέπεις το δέντρο από την μπαλκονόπορτα
της κουζίνας;» Λεύκα, χαρουπιά, ευκάλυπτος; Ενα δέντρο χωρίς όνομα.
Οχι «τα» δέντρα, αλλά «το»
δέντρο, που δεν ήταν καν δικό της, αλλά το μοιραζόταν με τις δεκάδες άγνωστες
οικογένειες που τα μπαλκονάκια τους έβλεπαν στον ίδιο ακάλυπτο. Μες στο
βασίλειο του τσιμέντου, «ένα» δέντρο για όλους.
Είχα ξεχάσει το δέντρο της φίλης,
όμως το θυμήθηκα όταν, μετά τη μεγάλη πυρκαγιά στην Κινέτα, διάβασα για την
καμένη βίλα της Ζωζώς Σαπουντζάκη. Τριακόσια πεύκα είχε το οικόπεδο όταν το
αγόρασε, που έγιναν κι αυτά στάχτη.
Θα ήταν μικρόψυχο να φθονήσουμε τη
Ζωζώ για ό,τι απέκτησε. Μετά από τόσες δεκαετίες στο πάλκο, στη δισκογραφία και
στο θεατρικό σανίδι, δεν της αξίζει ένα παραθαλάσσιο σπίτι μες στα πεύκα; Τόσες
καρδιές λαχτάρησαν γι’ αυτήν, τόσοι γλεντζέδες ήταν πρόθυμοι να σφαχτούν στην
ποδιά της, κι ούτε έχει σημασία αν είμαστε φαν της Ζωζώς ή όχι. Εξυπνα, θα
’λεγε κανείς, διαχειρίστηκε η Ζωζώ την εμπορική επιτυχία της, σε αντίθεση με
άλλες λαϊκές τραγουδίστριες που πέθαναν στην ψάθα. Χαλάλι της οι γούνες, οι
τουαλέτες, τα χρυσαφικά, τα έπιπλα και τα μωσαϊκά, όμως τα πεύκα;
Εντάξει, η Ζωζώ δεν είναι
δούκισσα του Σάδερλαντ, που είχε τεράστια έγγεια ιδιοκτησία και αναρίθμητα
δέντρα, πρόβατα, κολίγους, και ούτε καταπάτησε το οικόπεδό της. Νόμιμα τα
απέκτησε τα πεύκα, με τον ιδρώτα, την καπατσοσύνη και το ταλέντο της. Και δεν
τα έχασε μόνον αυτή, όλοι τα χάσαμε και ας ήταν περιφραγμένα. Τι κοινωνία όμως
είναι αυτή που επιτρέπει σε «έναν» άνθρωπο να κατέχει 300 πεύκα, ενώ άλλοι
αρκούνται στην εικόνα ενός δέντρου στον ακάλυπτο; Και όχι μόνο αρκούνται, αλλά
αφουγκράζονται το θρόισμα των φύλλων του και ίσως τραγουδούν: Τη νύχτα αυτή τη
λέμε εμείς φωτιά, εσύ την είπες δέντρο, οι μέρες που λαχτάρησες θα ’ρθουν, εσύ
την είπες δέντρο.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου