γράφει ο Γιώργος Διάκος
Μπήκα σε ταξί χτες το απόγευμα,
στην Πειραιώς. Μερσεντές, πολυτελές σαλόνι, air condition. Οδηγός με ωραία
ρούχα, όλα στην τρίχα. Μετά από λίγα μέτρα διαδρομή, παρατήρησα ότι ο οδηγός δε
φορούσε μάσκα. Όχι ότι την είχε χαμηλά. Δε φορούσε καθόλου. Και με εντελώς
κλειστά παράθυρα. Του είπα εντελώς διστακτικά: «Εεε, θα βάλετε και μια
μασκούλα;». Σαν να περίμενε την ερώτηση, πήρε αμέσως στάση αντιπαράθεσης. «Όχι
μάσκα δε φοράω. Δεν έχω φορέσει ποτέ! Και κανείς δε θα με αναγκάσει να το κάνω!
Αν θες μπορείς να πάρεις κάποιο άλλο ταξί». «Οκ, τότε αφήστε με εδώ», του είπα.
Η τελευταία του κουβέντα καθώς έβγαινα: «Ναι ναι πήγαινε λοιπόν στον από πίσω,
που είναι βρώμικος, αλλά κατά τ’ άλλα φοράει μάσκα…»
Μπήκα σε άλλο ταξί. Πράγματι ήταν
τελείως διαφορετικά. Καθόλου πολυτέλεια και ίσως κάποια βρωμιά. Ο οδηγός
φορούσε μάσκα. Και είχε ανοιχτά παράθυρα. Του είπα σύντομα τι συνέβη πριν.
Συμφώνησε μαζί μου αλλά δεν έκραξε τον προηγούμενο ταξιτζή και μου έκανε μεγάλη
εντύπωση αυτό (η αναμενόμενη αντίδραση θα ήταν να τον κράζει για τη μισή
διαδρομή, κάνοντας παράλληλα και μια ηθική-κοινωνική ανάλυση της όλης
κατάστασης που βιώνουμε). Αυτός όμως ήταν λιγομίλητος και απλά κοίταζε μπροστά.
Μπήκαμε στον περιφερειακό του Φιλοπάππου. Ξαφνικά περνώντας τον Ασύρματο, το
αυτοκίνητο φρέναρε απότομα και κοκκάλωσε στη μέση του δρόμου. Κοίταξα γύρω μου
κοψοχολιασμένος, έψαχνα να βρω ατύχημα. «Τι συμβαίνει;» του είπα. Δεν απάντησε
και βγήκε έξω. Τον είδα να παίρνει ένα χελωνάκι από το δρόμο, να ανεβαίνει στο
λόφο και να το αφήνει στο πράσινο. Μπήκε ξανά μέσα. «Κρίμα ήταν!», μου είπε.
Από το λίγο που είδα, το χελωνάκι ήταν αριστερά μας, θα μπορούσε δηλαδή μάλλον
να το αποφύγει κάνοντας λίγο δεξιά. Αλλά το χελωνάκι θα παρέμενε στο δρόμο.
Δύο κόσμοι σε μια διαδρομή. Και
τα χρώματα του απογευματινού ουρανού στου Φιλοπάππου.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου