Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020

Οι νέοι δεν θα σταματήσουν τον ουρανό ν’ αγγίζουν

 


Για τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο.

 

 Η νεολαία αντιπαραθέτει στη βία τον ανθρωπισμό.

 

Οι νέοι δεν θα σταματήσουν τον ουρανό ν’ αγγίζουν.

 

Βία:

 

Ένα βήτα, ένα γιώτα κι ένα άλφα μπήκαν στη σειρά και να σου, γεννήθηκε η λέξη Βία. Γένους θηλυκού, αλλά αντί να γεννάει τη ζωή, την  πολεμάει. Δεν έχει πατρίδα. Πρόθυμα υπηρετεί τα αφεντικά της όπου της το ζητήσουν.

 

 Το πρόσωπό της το ζωγράφισαν, είπαν, αλλά αντί γι αυτό μουντζούρωσαν: ρατσιστές, προδότες, δολοφόνοι, ληστές, προστάτες, συμμορίες, καθάρματα.  Πινέλο τους είχαν τις  γροθιές τους και ρόπαλα. Της έβαψαν με αίμα το πρόσωπο. Τα χέρια της έκαναν από σίδερο, για να συλλαμβάνουν, να πυροβολούν και να σκοτώνουν.. Η φωνή της τα ουρλιαχτά από τους κυνηγημένους και τους σκλάβους. Τραγούδι της οι κατάρες και οι απειλές. Στα μάτια της ο τρόμος αστράφτει μέσα στο μαύρο.

 

Κυκλοφορεί πάντα με προστάτες αφεντικά και ισχυρούς.. Αποστολή της να καθαρίσει τον κόσμο από ηλίθιους, φτωχούς εξαθλιωμένους και αμφισβητίες. Στο διάβα της σκορπίζει εγκλήματα, απολυμένους, σκοτωμένους, άρρωστους, ανεργία και δυστυχία. Απεχθάνεται το σχολείο, την ελευθερία, την αγάπη και το δίκιο. Ανοίγει φυλακές να μπούνε οι διωγμένοι από το σχολείο μαθητές. Κυνηγάει με το μαστίγιο τους δάσκαλους και τους καθηγητές. Χαράζει δρόμους για την ξενιτειά. Διασφαλίζει την τάξη και την πειθαρχία,  λέει,  και ετοιμάζει τις σειρήνες για πόλεμο. Η ανάσα της μολύνει τον αέρα με φόβο, είναι αυτό η ευχαρίστησή της.

 

Ποιος θα μπορέσει να σταθεί απέναντί της και να μηδενίσει την παρουσία της;

 

Να κι άλλη μία λέξη φωτεινή,  Ανθρωπισμός:

 

Γεννήθηκε από τη λέξη άνθρωπος: άνω  θρώσκω, δηλ. αυτός που αναζητά συνεχώς την ψυχική και πνευματική ανάταση, ν’ αγγίξει τον ουρανό. Έχει στραμμένο το βλέμμα του επάνω, προς το Δημιουργό. Πολλοί κοπίασαν και άλλοι μοχθούν για την τελείωσή του: φτωχοί, εργάτες, δάσκαλοι, γονείς, παιδιά, τολμηροί και ευαίσθητοι.

 

Στο κεφάλι του έβαλαν το μυαλό και τη γνώση. Το στόμα του τραγουδά τα πάθια του και υπερασπίζεται το δίκιο. Τα μάτια του η ελπίδα και η πίστη. Στα μαλλιά του κυματίζουν δαντέλες η άμιλλα, η αμφιβολία και η κατανόηση. Και πάνω τους έβαλαν ένα μεγάλο καπέλο με παραμύθια και βιβλία. Τα χέρια του, εργαλεία της δουλειάς, απλώνει ν’ αγκαλιάσει τους άλλους. Την ανάγκη και τη δυστυχία παλεύει   με την πίστη και την αγάπη. Φωνή του τα συνθήματα στη διαδήλωση. Στο διάβα του μοιράζει ψωμί, ευλογία και ομόνοια. Αναζητά φίλους για να εμπιστευτεί. Συμβουλεύει στα δύσκολα.  Τραγουδάει στον πόνο. Ξεγελιέται από τον έρωτα. Παλεύει με τις αδυναμίες του. Αλλάζει χρώματα και ταξιδεύει με τα όνειρα. Κοπιάζει για να ζήσει, αλλά ελπίζει πάντα και ποθεί ελεύθερος να ζήσει. Ξεσηκώνεται όταν μυρίζει τα βρώμικα χνώτα της βίας. Το όραμά του φωτοστέφανο, τυφλώνει τη  μαυρίλα της, την απομαγνητίζει, χάνει την κακή της ενέργεια και τρέχει να κρυφτεί η κακιά μάγισσα μέσα σε σκοτεινή σπηλιά, περιμένοντας την ευκαιρία να ξαναβγεί.

 

Τώρα μπορούν να ελπίζουν και τα παιδιά που κρυώνουν και πεινάνε, ότι γύρω τους υπάρχουν φίλοι, μπορούν να εμπιστευτούν, μπορούν να αγαπάνε, να ερωτεύονται, να τραγουδούν.

 

Γκουτζιαμάνη Γιάννα

 

   φιλόλογος

 

Κοζάνη   5-12-2020

   

0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *