Γράφει η Νόρα Ράλλη
Κοίτα να δεις που το πρόλαβα.
Νιάνιαρο ξενιάνιαρο, ακόμα το θυμάμαι. Καταρχάς, είχε ασπρίσει ο τόπος. Μην
κοιτάς τώρα που έχουμε τις σκούπες του δήμου. Κάποτε, οι νοικοκυραίοι καθάριζαν
δρόμους και πεζοδρόμια οι ίδιοι. Δεν τ' άφηναν να γίνουν γουρνοσταλιό. Το όξω
του σπιτιού σου ήταν το μέσα του μυαλού σου. Πακετάκι πήγαιναν. Ειδικά εκείνη
τη μέρα! Τόσο μύριζε ο ασβέστης, που έκανες κεφάλι από την τόση καθαριότητα.
Είχε γάμο το χωριό. Και νά τα
πανωσέντονα, νά τα κατωσέντονα, νά τα τζετζερεδικά, τα παπλωματικά, τα μπακίρια
και τ' ασημικά, τα κιλίμια, οι φλοκάτες και κάτι στραφταλιζέ λαχούρια, που πολύ
στραφταλιζέ ήταν. Τόση εντύπωση, θυμάμαι, μου είχαν κάνει όλα τούτα, που σαν
πολλά μου φάνηκαν τα δύσκολα του γάμου... κι αυτό εξηγεί επίσης πολλά.
Πολλά, αλλά όχι τόσα όσα τελικά
κατάλαβα. Τα «προικιά» εύκολη υπόθεση δεν είναι, παράλληλα όμως ίσως όχι και
τόσο καθαρή όσο τη θυμόμουν.
Αχός πολύς σηκώθηκε τις
τελευταίες μέρες για τα δάνεια και πώς τα παίρνουν και γιατί και ποιοι τα
δίνουν και σε ποιους. Από τη μία, οι ισαποστάκηδες (ναι μεν, αλλά!) κι από την
άλλη, οι σαν-δεν-ντρεπεστάκηδες, που από το βάθρο της αμόλυντης αυθεντίας τους,
μιλάν στον λαουτζίκο για τους τσιπρομαδουριστές, που του πίνουν το αίμα με το
μπουρί της σόμπας.
Μπας κι άκουσε κανείς να μιλάν
όλοι δαύτοι για τα δάνεια Σπυράκη και Γεωργιάδη; Πάνω από 700.000 της πρώτης,
πάνω από 600.000 του δεύτερου.
Δεν ξέρω αν η πρώτη τα 'θελε για
να φτιάξει τα προικιά της (εγώ θα 'ρθω, Μαράκι μου, ν' ασβεστώσω το κατώφλι
σου, σαν έρθει 'κείνη η μέρα!), πάντως του δεύτερου μήτε σέντι δεν τ' απέμεινε
να φτιάξει τους σοβάδες του σπιτιού του. Σαν τώρα τον θυμάμαι με πόνο ψυχής να
τους δείχνει στην τηλεοπτική κάμερα, θέλοντας ν' αποδείξει πως όχι! δεν τα
'φαγε απ' το ΚΕΕΠΛΝΟ, μήτε απ' τη Novartis. Για μας αγωνίζεται, δεν το
καταλαβαίνεις;
Για μένα και για σένα. Για την
πρόοδο και την ευημερία μας. Από κοντά κι ο Κυριάκος, που το είπε ξεκάθαρα: τι
επιδοτήσεις ενοικίου για τους ξεβράκωτους και αυξήσεις κατώτατου μισθού για
τους κατώτατους; Φοροαπαλλαγή 20% θα δώσει στους επιχειρηματίες σαν τον
βγάλουμε πρωθυπουργό με δόξα και τιμή! Εκεί είναι τα λεφτά – εκεί και θα
μείνουν. Σοβαρές κουβέντες, αρχοντικές – όχι καμώματα της μπασκλασαρίας.
Στα λέω αυτά, γιατί κάτι μου λέει
πως δεν θα τον ψηφίσεις και πολύ θα στενοχωρηθώ.
Ευτυχώς, όμως, δεν στα λέω μόνον
εγώ. Ευτυχώς υπάρχουν και όσοι μπορεί μεν να ξεκίνησαν κάπως αριστερίζοντες,
τελικά όμως ήρθαν στα συγκαλά τους. Μαγεμένοι, πλέον, από το απύθμενο
ιδεολογικό βάρος του Κυριάκου και τυφλωμένοι από τις ασβεστωμένες, με
στουπέτσι, επιταγές του σωτήριου νεοφιλελευθερισμού, λένε σωστές κουβέντες:
«Πώς μπορείς να περάσεις τη ζωή σου και να σταδιοδρομήσεις όταν δεν παίρνεις
ούτε το περιβάλλον σου ούτε τον εαυτό σου στα σοβαρά;».
Αυτό αναρωτήθηκε, μεταξύ άλλων,
αρθρογράφος γνωστής εφημερίδας, αναφερόμενος στον Κ. Ζουράρι. Οσο κι αν τα
πρόσωπα δεν έχουν και τόση σημασία (αν και εν προκειμένω έχουν), τι μας λέει ο
ταδόπουλος αυθέντης; Ακριβώς το αντίθετο απ' ό,τι έχει πει κάθε σοβαρός
άνθρωπος, απ' τους πανάρχαιους μύστες έως τους μεγάλους φιλοσόφους: πως το να
μην παίρνεις πράγματα και εαυτόν στα σοβαρά πολλά δύσκολο είναι, μα, κυρίως,
σοφό.
Δεν ξέρω για τα πανωσέντονα, τα
προικοδάνεια και τους ασβεστωμένους ιδεολόγους. Αυτό που ξέρω είναι πως
«Ελληνες αεί παίδες εισίν». Ο Πλάτωνας το λέει στον «Τίμαιο», αναφερόμενος στο
μεγαλύτερο προσόν μας... Μα, προσόν το παιχνίδι; Σοβαρότης μηδέν;
Αλλοι, το νιώθουν ως βάρος αυτό
το «αέναο παιχνίδι». Κάποιοι, ως λαϊκή «ελαφράδα» (ανούσια μεν, επικίνδυνη δε).
Οι ταδόπουλοι, ως ύβριν. Είναι, όμως, και μερικοί που το κάνουν αγώνα και
ζωή... Δεν είναι και πολύ στραφταλιζέ ως προικιό, το καταλαβαίνω. Για πολλούς,
δεν είναι καν «σοβαρή» επιλογή.
Για αρκετούς, όμως, είναι η μόνη.
Και αυτό, μου φτάνει.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου