γράφει η Μαρίνα Ακαρέπη
Τέσσερις εβδομάδες πέρασαν. Κάθε
βράδυ προσπαθώ να κοιμηθώ νωρίς, κι όμως ξυπνάω μες στη μέση της νύχτας,
νωρίτερα κι απ’ό,τι ξυπνούσα για να πάω στη δουλειά. Με ξυπνάει μία βαθιά
χαράδρα στο στέρνο. Ένα βάραθρο που με πιέζει με δύναμη.
Ο ήλιος είναι πιο λαμπερός από
ποτέ. Σα να θέλει να μας σαγηνεύσει μια υπόσχεση, με μοναδικό σκοπό να μας την
αρπάξει από τα χέρια πριν προλάβουμε να χαμογελάσουμε.
Πηγαίνω διστακτικά στο μίνι
μάρκετ. Και απ’έξω ένα μάτσο νταήδες, οι ‘επαναστάτες’ που αρνούνται να
τηρήσουν αποστάσεις. Τους ζητάω να απομακρυνθούν από την πόρτα ώστε να μπω.
Αρχίζουν τον εκφοβισμό. Ειρωνεία, προσβολή. Κάποια πράγματα ποτέ δε θα
αλλάξουν. Τι κι αν ο κόσμος καίγεται, οι νταήδες θα βρουν τον τρόπο να
επιβληθούν. Θα θέσουν το κορμί τους ως απειλή, σε μια εποχή που η επιβολή δε
χρειάζεται σωματική επαφή αλλά μόνο σωματική παρουσία.
Αγνοώ τα σχόλια, μπαίνω στο
μαγαζί. Ο -συνήθως πρόσχαρος και φιλικός- μαγαζάτορας έχει μια τρομοκρατημένη
έκφραση, και αποφεύγει το βλέμμα των πελατών. Δίνω τη σειρά μου στους
ηλικιωμένους που περιμένουν δύο μέτρα πίσω μου. ‘Έρχεται η σειρά μου.
Χαμογελάω. Και επιτέλους το θλιμμένο πρόσωπό του αλλάζει έφραση. Στην αρχή με
κοιτάει έκπλήκτος. Μετά μου χαμογελάει κι αυτός. Του κάνω πλάκα. Διστακτικά γελάει.
Ξέρω πως αυτό το χαζό αστείο ίσως είναι το μοναδικό θετικό που θα ακούσει σε
όλη του τη βάρδια.
Γυρνάω σπίτι. Στο δρόμο
περιχύνονται δύο ειδών απελπισμένοι. Αυτοί που είναι σωματικά μεθυσμένοι, που
προσπαθούν να περάσουν άλλη μια άσκοπη μέρα παρέα με ένα μπουκάλι φθηνό κρασί,
και περπατούν σα χαμένοι, τυφλωμένοι από τη μοναδική ακεραιότητα που έχουν στη
ζωή τους, το αλκοόλ. Και αυτοί που είναι ακόμη πιο απελπισμένοι. Οι νηφάλιοι,
οι νοητικά μεθυσμένοι. Τους βλέπω που με παρατηρούν εξονυχιστικά. Σα να
προσπαθούν να με ακτινογραφήσουν με τα μάτια τους. ‘Έχω άραγε τον ιο; Μήπως
έβηξα όταν δεν κοιτούσαν; ‘Έπλυνα καλά τα λαχανικά μου; Γαμώτο. ‘Έστριψα στο
στενό και έχασαν οπτική επαφή. Τώρα ποτέ δε θα μάθουν.
Αποφεύγω να τσεκάρω το κινητό.
Δεν αντέχω άλλους ‘σελέμπριτιζ’ που βαριούνται. Τους βαρέθηκα. Δεν αντέχω τη
βασανιστικά αργή ομιλία του Τραμπ. Τη βαρέθηκα. Τις ‘προκλήσεις’ και τις
‘προσκλήσεις’ στα κοινωνικά δίκτυα. Το αμήχανο και ανορθόδοξο φλερτ στα
εισερχόμενα μου. Τα μηνύματα που μου ζητάνε να ‘το διαδώσω’. Τα δήθεν ‘κίνητρα’
παραγωγικότητας. Πόση θετικότητα να αντέξω, όταν η θετικότητα με κατακρίνει που
δεν ξεκίνησα καινούργιο χόμπι, δεν έμαθα άλλες δύο γλώσσες και δεν έχτισα σέξι
κοιλιακούς για το ‘Ινσταγκραμ; Τα βαρέθηκα όλα.
Θέλω να γυρίσω στη δουλειά. Η
μεταβίβαση από την αποπνικτική καθημερινότητα που με πίεζε από έξω προς τα μέσα
σε μία αποπνικτική σιωπή που με πιέζει από μέσα προς τα έξω ήταν πολύ ξαφνική.
Το αναπαραγωγικό μου σύστημα
επαναστατεί. Το δέρμα μου διαμαρτύρεται. Και παρόλα αυτά καλούμαι να επιλέξω
καινούργιο χόμπι. Η κοινωνία με κριτικάρει λες και είμαι ένα αχάριστο παιδί.
Λες και πρέπει να πω ευχαριστώ για αυτή τη νέα κατάσταση.
Θυμάμαι το κενό βλέμμα του -κατά
τ’άλλα αυστηρού- διευθυντή μου στην τελευταία μας βάρδια. Εκείνο το βράδυ πήγα
σπίτι και ένιωσα το βάρος της σιωπής του πιο ηχηρά κι από κάθε μας διαφωνία.
Κάποιοι φίλοι με είπαν εγωίστρια
που πήγαινα στη δουλειά μέχρι τέλους. Φαντάζομαι θα ήταν ευχαριστημένοι αν είχα
παραιτηθεί, ακόμη κι αν τώρα πεινούσα. Θα ‘έσωζα ζωές’ κι ας μου κόστιζε τη
δική μου. Κάθε αίσθηση λογικής έχει πλέον χαθεί, και έχει αντικατασταθεί από
μία παθολογική επιθετικότητα. Μία μανία να βρούμε κάποιον να κατηγορήσουμε,
αφού ο πραγματικός εχθρός είναι αόρατος.
Ανοίγω την επιστολή που με
περιμένει στην πόρτα. Ο Μπόρις Τζόνσον μου απευθύνεται προσωπικά και μου ζητάει
να μείνω σπίτι. Μου στέλνει οδηγίες πώς να πλένω τα χέρια μου.
Τσεκάρω το ηλεκτρονικό
ταχυδρομείο. Διάφορες εταιρείες έχουν φροντίσει να με ενημερώσουν ότι πλέον
δέχονται μόνο ανέπαφες συναλλαγές.
Μάλλον είμαστε καλά
προετοιμασμένοι για αυτή την πραγματικότητα. Εξάλλου, δεν είχαν αρχίσει όλες οι
συναλλαγές να είναι ανέπαφες; Τίποτα από αυτά δε θα είναι καινούργιο.
Διαδικτυακή κουλτούρα. Απομόνωση. Αποστείρωση. Σιγά την αλλαγή.Τα τελευταία
χρόνια όλες μου οι γνωριμίες, οι φιλίες και οι σεξουαλικές επαφές είναι
ανέπαφες. Δε θα μας είναι και τόσο δύσκολο, τελικά, να προσαρμοστούμε.
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου