Γράφει η Κλειώ Βλαχάκη
Οκτώβρης. Ζακετούλα, κλειστά
παπούτσια, μαλλιά ριγμένα στη ράχη, «πικέ» κουβερτούλα, αλλά παράθυρο ανοιχτό.
Η μάνα μου αγόραζε πάντα «πικέ» κουβέρτες. Σε όλα τα χρώματα, τα σχέδια, τα
μεγέθη! Το στρωσίδι για την άνοιξη και το φθινόπωρο. Κάθε εποχή το ρούχο της!
Ψάχνω μια βροχή. Να μελώσει το
μέσα μου. Να ξεπλύνει όλες τις προσδοκίες του καλοκαιριού. Όσα δεν ήρθαν. Να
έχω μια φλογίτσα να καίει μέσα μου. Παλιές, χαμένες λέξεις. Το παράπονο και η
λύπη μου. Το γέλιο και η ελπίδα. Όλα στριμώχτηκαν μέσα μου. Για τους χειμώνες
που θα έρθουν, αν έρθουν, έχω φυλαγμένες ιστορίες να σου πω. Τις φρεσκάρω, τις
λέω δυνατά, κάνω πρόβες στον καθρέπτη. Πώς δηλαδή; Να έρθεις και να μη σε
τρατάρω τίποτα;
Προχθές που την είδα μου είχε
αγοράσει μια πράσινη. «Θα ταιριάζει με τον τοίχο στο υπνοδωμάτιο.» Ταιριαστή
πικέ στην αταίριαστη ζωή μου! Στο σπίτι μου που με τόσα χρώματα μοιάζει με
τσίρκο! Εγώ ζογκλέρ! Πάντα με ακροβατικά περνούσα από τα χρόνια. «Θα το φας το
κεφάλι σου, παιδάκι μου»!
Σήμερα σε θυμήθηκα πάλι. Κάθε
τέτοια εποχή μια καρφίτσα μου τρυπά το χέρι. Γιατί τα χέρια δεν ξεχνούν. Τώρα
έχω και πράσινη πικέ. Αν έρθεις και βρέχει! Ταιριάζει με το χρώμα στο
υπνοδωμάτιο. Ουρανός και δέντρα! Στο
μυαλό μου έχω λάσπες, πέτρες και κακοτραχαλιά. Νόμιζα ότι μεγαλώνοντας θα καθάριζαν
όλα. Θα άνοιγαν οι χαραμάδες, θα έπεφταν οι τοίχοι, θα καθάριζε το μέσα. Όσο
πάει και λερώνεται. Μαυρίζει από τα τσιγάρα…
Μπήκαμε στον Οκτώβρη κι ακόμα
είμαστε με φανελάκια. Φοράω πέδιλα. Εκείνα που μου χάρισες. Πώς θα «μαντρώσω»
πάλι τα πόδια μου; Θα τα φορώ μέχρι να γυρίσεις. Δε μπορείς να κάνεις αλλιώς.
Θα με σκέφτεσαι έτσι ξυπόλητη να πηγαίνω πάνω κάτω και θα ‘ρθεις πίσω. Θα φοράς
το μακρύ κασμιρένιο πανωφόρι που σου είχα αγοράσει από το Παρίσι. Θα κρατάς στο
χέρι μαλλί της γριάς. Ροζ! Όλα ροζ! Ξεθωριασμένα. Ξεπλυμένα. Ποτέ δε μου άρεσε
το ροζ. Θα έχω στρώσει κουρελούδες. Πολύχρωμες. Πάντα μου άρεσαν οι
κουρελούδες. Είχαν όλο το παρελθόν πάνω. Δύο, έξι, δέκα, δεκαεπτά, τριάντα,
σαράντα χρόνια. Μπλουζάκια, φούστες, φουλάρια, παντελόνια. Συναρμολογημένα
κομμάτια της ζωής. Η μυρωδιά των ανθρώπων σ’ εκείνα τα κουρέλια.
Ταιριαστή πικέ στην αταίριαστη
ζωή μου! Στο σπίτι μου που με τόσα χρώματα μοιάζει με τσίρκο! Εγώ ζογκλέρ!
Πάντα με ακροβατικά περνούσα από τα χρόνια. Ακόμα με ακροβατικά περνώ. Αν πέσω,
έπεσα. Κι η ρημάδα η ζωή δεν έχει δίχτυ ασφαλείας. Να έρθεις πριν στενέψει η
ζωή και δε μας χωράει και τους δυο. Τώρα έχω και πράσινη πικέ. Αν έρθεις και
βρέχει! Ταιριάζει με το χρώμα στο υπνοδωμάτιο. Ουρανός και δέντρα! Θαρρώ πως
άλλο τίποτα δεν έχω ταιριαστό…
*Στίχος από το «μπλε χειμώνα»
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου