γράφει η Κλειώ Βλαχάκη
Ημέρα εγκλεισμού… δε θυμάμαι,
μιλάω δυνατά στα ζωάκια μου για να μην ξεχάσω τη φωνή μου, χθες έπιασα και το
τραγούδι, χαιρετίσματα λοιπόν στην εξουσία, που το θυμήθηκα, το πρωί έλουσα τα
καστανά μαλλιά μου, πάει το κόκκινο, την
πρώτη μέρα της καραντίνας εγώ ήθελα αλλαγές, έβαλα ένα ωραίο φόρεμα με
λουλούδια, ανοιξιάτικο, λίγο κραγιόν σάπιο μήλο, έφτιαξα καφέ, ξαναθυμήθηκα τον
παιδικό φανταστικό μου φίλο, τα είπαμε λίγο, μου ζήτησε το λόγο που τον εγκατέλειψα,
ύστερα χτύπησε το τηλέφωνο, ήταν ο πατέρας μου, με θερμοπαρακαλούσε να κόψω το
τσιγάρο, άκουσε λέει ότι οι καπνιστές κινδυνεύουν περισσότερο, του δωσα μια
ψεύτικη υπόσχεση, ύστερα με ρώτησε πώς τα περνάς μόνη σου, σε σκέφτομαι έτσι
ολομόναχη, μην ανησυχείς, του είπα, διαβάζω βιβλία, εσύ να προσέχεις, ένιωσα
πως ήθελε να μου πει κι άλλα μα αυτές οι γενιές δεν το έχουν εύκολο με τα
λόγια, έπεσε μια σιωπή που τα έλεγε όλα, κάθε ανάσα μετέφρασα, να λείψουμε ο
ένας στον άλλο, να επαναπροσδιοριστούμε, να μάθουμε να μην αποφεύγουμε τις
αλήθειες μας, τα συναισθήματα μας, να δίνουμε τα χέρια, να αγγίζουμε το κεφάλι
του άλλου, να χαϊδεύουμε ο ένας τον άλλο, να μη θεωρούμε τίποτα δεδομένο.
Ημέρα εγκλεισμού δε θυμάμαι…
άτυπης καραντίνας , καθιστικό, κουζίνα, αυλή, μια τρομακτική ησυχία στη
γειτονιά, η κάθε μέρα Κυριακή, ένας φανταστικός, παιδικός φίλος που ανέσυρα από
τη μνήμη μου κι όταν όλο αυτό τελειώσει θα σε κάνω μια μεγάλη αγκαλιά που θα
σου κόψει την ανάσα…
0 comments :
Δημοσίευση σχολίου