Τρίτη 18 Αυγούστου 2015

Η ελληνική ΤΙΝΑ*

Η υπόθεση του «σχεδίου Β» εξελίσσεται σε φαρσοκωμωδία. Ολο και περισσότεροι το επικαλούνται, εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όλο και λιγότεροι εννοούν το ίδιο πράγμα.
Και βέβαια όσο πληθαίνουν οι όψιμοι υποστηρικτές του σχεδίου-φάντασμα τόσο πολλαπλασιάζονται και εκείνοι που δηλώνουν ότι μας έσωσαν απ’ αυτό.
Μέχρι και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εμφανίστηκε σε δημοσιογραφικά ρεπορτάζ να οργανώνει την «εθνική αντίσταση» στο υποτιθέμενο «σχέδιο Β» του Γιάνη Βαρουφάκη. Κακά τα ψέματα. Τέτοιο σχέδιο δεν υπήρξε ποτέ. Οσο περνούν οι μέρες αυτή η ανυπαρξία επιβεβαιώνεται πανηγυρικά.
Η εσωκομματική αντιπολίτευση στο κυβερνών κόμμα βρίσκεται ήδη ένα βήμα από τη συγκρότησή της σε αυτόνομο πολιτικό οργανισμό και ούτε σήμερα δεν διατυπώνεται από την πλευρά της με σαφήνεια αυτό το εναλλακτικό πολιτικό πρόγραμμα που θα μας είχε απαλλάξει από τα Μνημόνια (δεξιάς ή αριστερής κοπής).  Ο λόγος είναι προφανής.
Εκείνο που έγειρε την πλάστιγγα στις 12 Ιουλίου και ο πρωθυπουργός υποχρεώθηκε να υποχωρήσει στον τελικό εκβιασμό των δανειστών ήταν η αδυναμία του να διατηρήσει τη χώρα στην ευρωζώνη και την Ε.Ε. ύστερα από ένα ενδεχόμενο ναυάγιο της διαπραγμάτευσης και η άρνησή του να καταλήξει στο «Μνημόνιο της δραχμής».
Ο,τι και να λένε σήμερα οι επικριτές αυτής της τελικής απόφασης που κλήθηκε να πάρει ο Αλέξης Τσίπρας, δεν υπήρχε κανένας από το ελληνικό πολιτικό προσωπικό που να εισέφερε εκείνες τις κρίσιμες ώρες μια πραγματική εναλλακτική λύση.
Και δεν εννοούμε τους συνήθεις «μνημονιακούς». Ο ίδιος ο ηγέτης της Αριστερής Πλατφόρμας είχε φροντίσει στις δύο κρίσιμες καμπές (δύο μέρες πριν από τις εκλογές του Ιανουαρίου και δύο μέρες πριν από το δημοψήφισμα) να επιβεβαιώσει και μάλιστα σε διεθνή μέσα ότι «η έξοδος από το ευρώ δεν είναι επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ».
Μ’ αυτόν τον τρόπο έστελνε κι εκείνος το μήνυμα στους δανειστές ότι «σχέδιο Β» δεν υπάρχει. Ολες οι σχετικές δημοσκοπήσεις επιβεβαίωναν όλο αυτό το διάστημα τη λαϊκή διάθεση παραμονής στην ευρωζώνη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι και το ΚΚΕ σε όλες τις φάσεις της διαπραγμάτευσης έως και σήμερα επιμένει ότι δεν υπάρχει διέξοδος εκτός ευρωζώνης.
Ακόμα και η ναζιστική Χρυσή Αυγή που διαλαλούσε την επιστροφή στη δραχμή, τώρα διά του Αρχηγού της διατυπώνει την πεποίθησή της ότι η καταφυγή σε εθνικό νόμισμα δεν είναι της παρούσης.
Λες και όλοι έχουν συναινέσει εκ των προτέρων στην έλλειψη εναλλακτικής λύσης, συγκλίνοντας σε μια ελληνική ΤΙΝΑ, έστω και χωρίς να το παραδέχονται.
Η έξοδος από την ευρωζώνη και την Ε.Ε. εφευρέθηκε κατόπιν εορτής ως εναλλακτική λύση και πρόταση διεξόδου, δυστυχώς όμως εκ του ασφαλούς.
Οταν δηλαδή είχε ήδη αποφασιστεί η υπογραφή του τρίτου Μνημονίου. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τελικά η στάση των περισσότερων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ που αρνήθηκαν να ψηφίσουν τη συμφωνία συνοδεύεται όχι από πολιτικά αλλά από ηθικά επιχειρήματα.
«Αν ψηφίσουμε Μνημόνιο θα χάσει η Αριστερά το ηθικό της πλεονέκτημα», ακούγεται ως δικαιολογία της ψήφου.
Και η ατομική παραλλαγή: «Κατανοώ τον εκβιασμό, αλλά εγώ προσωπικά δεν μπορώ να υποκύψω για λόγους ηθικής και αξιοπρέπειας».
Αλλά βέβαια το ηθικό δίλημμα για την Αριστερά δεν γεννήθηκε στις 12 Ιουλίου. Τέθηκε στις 25 Ιανουαρίου, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κλήθηκε να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες κάτω από τις συγκεκριμένες δυσμενείς συνθήκες.
Η επιλογή του Αλέξη Τσίπρα να δεχτεί την εντολή και ο τρόπος συγκρότησης της κυβέρνησής του ήταν απολύτως ενδεικτικά για τα πολιτικά όρια και τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων της δεδομένης πολιτικής συγκυρίας.
Και από ό,τι αποδεικνύεται, ο πρωθυπουργός ήταν ο μόνος που από την πρώτη στιγμή είχε υπόψη του αυτά τα όρια. Το έδειξε με τη συγκρότηση της κυβέρνησής του, τις ιδιαίτερες ισορροπίες που κράτησε, την ανάθεση κρίσιμων υπουργείων σε πρόσωπα του ευρύτερου «προοδευτικού» ή ακόμα και «συντηρητικού» χώρου, ακόμα και με την επιλογή ως υποψήφιου προέδρου του κ. Παυλόπουλου.
Δεν μπορεί λοιπόν κανείς να πει ότι ο κ. Τσίπρας δεν είχε προειδοποιήσει τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για το πολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο καλείται να κυβερνήσει η «πρώτη φορά Αριστερά».
Αλλά κανείς από όσους σήμερα επικαλούνται την «ηθική» τους, δεν αρνήθηκε τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση υπ’ αυτούς τους όρους.
Μοναδική εξαίρεση, από όσο γνωρίζω, ο Γιάννης Μηλιός, ο οποίος διαφώνησε με την ακολουθούμενη πολιτική την τελευταία προεκλογική περίοδο και αρνήθηκε να συμμετάσχει στο κυβερνητικό σχήμα.
Οι υπόλοιποι μετείχαν ευχαρίστως. Και μάλιστα δεν μπήκαν καν στον κόπο να παραιτηθούν μετά τις 12 Ιουλίου, περιμένοντας απλώς να «ανασχηματιστούν».
Η «ηθική», λοιπόν, δεν έχει εδώ καμιά θέση. Το πραγματικό σημερινό δίλημμα είναι πολιτικό και όχι ηθικό.
Και τίθεται ως εξής: Αν η Αριστερά δεν ήταν σε θέση να κυβερνήσει, να εφαρμόσει δηλαδή το πρόγραμμά της με τους συγκεκριμένους συσχετισμούς, το λάθος έγινε στις 25 Ιανουαρίου (ή ακόμα νωρίτερα) και όχι στις 12 Ιουλίου.
Οση σημασία κι αν έχει για τον κάθε βουλευτή η προσωπική «ηθική» του ακεραιότητα, ακούγεται εξαιρετικά υποκριτική η σημερινή επίκλησή της.
Γι’ αυτό ξαφνιάζει ότι ακόμα και σήμερα τα ίδια στελέχη διστάζουν να ρίξουν την κυβέρνηση, παρά το γεγονός ότι τη θεωρούν απολύτως «μνημονιακή». Αλλά έτσι εξαφανίζεται κάθε «ηθικολογικό» επιχείρημα.
Υπάρχει, όμως, και κάτι χειρότερο. Κάτω από την πίεση να «εφευρεθεί» αυτό το «σχέδιο Β», διαμορφώνεται σήμερα ένα ρεύμα σκέψης στην Αριστερά, το οποίο θεωρεί ότι η επαγγελία της νομισματικής αλλαγής θα ριζοσπαστικοποιήσει την ελληνική κοινωνία και θα ανατρέψει από μόνη της τους σημερινούς δυσμενείς διεθνείς συσχετισμούς.
Αναφέρονται μάλιστα και σε νέες μορφές κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης που θα στηρίξουν αυτές τις αλλαγές, θεωρώντας δεδομένο ότι έτσι πρέπει να ερμηνευτεί και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.
Μόνο που η κοινωνική πραγματικότητα δεν προσφέρει παρόμοια δείγματα ριζοσπαστικοποίησης και το άλμα στο κενό δεν αποτελεί πολιτική πρόταση.
Ή, μάλλον, αποτελεί μόνο για τους «ηθικολόγους».
* Αρκτικόλεξο του There Is No Alternative / Δεν υπάρχει εναλλακτική


0 comments :

Δημοσίευση σχολίου

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *